Μενού

Δεινά και δοκιμασίες είναι οι ευλογίες του Θεού

Από τον Γουάνγκ Γκανγκ, Κίνα

Ζούσα στην επαρχία. Λόγω του ότι η οικογένειά μου ήταν φτωχή, έβγαζα χρήματα κάνοντας προσωρινές δουλειές όπου έβρισκα˙ πίστευα ότι μπορούσα να φτιάξω μια καλύτερη ζωή μέσω της χειρωνακτικής εργασίας μου. Ωστόσο, στη σύγχρονη κινεζική κοινωνία, είδα ότι δεν υπήρχαν εγγυήσεις για τα νομικά δικαιώματα των διακινούμενων εργαζομένων σαν κι εμένα. Ο μισθός μου συχνά παρακρατούταν χωρίς κανέναν απολύτως λόγο. Πολύ συχνά με εξαπατούσαν και με εκμεταλλεύονταν. Μετά από έναν χρόνο σκληρής δουλειάς, δεν έλαβα εκείνα που έπρεπε να λάβω. Αισθάνθηκα ότι αυτός ο κόσμος ήταν στ’ αλήθεια σκοτεινός! Οι άνθρωποι φέρονται ο ένας στον άλλον σαν τα ζώα, όπου ο ισχυρός κάνει λεία του τον αδύναμο˙ ανταγωνίζονται ο ένας τον άλλον, παλεύουν σώμα με σώμα και απλώς δεν μπορούν να επιβιώσουν. Σε μια κατάσταση κατά την οποία διακατείχε το πνεύμα μου μεγάλος πόνος και κατάθλιψη, και είχα χάσει κάθε πίστη στη ζωή, ένας φίλος μου μοιράστηκε μαζί μου το ευαγγέλιο των εσχάτων ημερών του Παντοδύναμου Θεού. Κατόπιν, συγκεντρωνόμουν μαζί με τους αδελφούς και τις αδελφές μου τακτικά, προσευχόμουν, επικοινωνούσα μαζί τους την αλήθεια και ψάλαμε ύμνους για να δοξολογήσουμε τον Θεό. Ένιωθα πολύ χαρούμενος και απελευθερωμένος. Στην Εκκλησία του Παντοδύναμου Θεού, έβλεπα ότι οι αδελφοί και οι αδελφές δεν προσπαθούσαν να καπελώσουν ο ένας τον άλλον, ούτε να προβούν σε κοινωνικές διακρίσεις· ήταν όλοι ειλικρινά ανοιχτοί και τα πήγαιναν καλά ο ένας με τον άλλον. Κάθε φορά που ένας αδελφός ή μία αδελφή συναντούσαν κάποια δυσκολία, όλοι οι υπόλοιποι τούς έδειχναν αγάπη και όλοι βοηθούσαν ο ένας τον άλλον. Όλοι βρίσκονταν εκεί για να επιδιώξουν επιμελώς την αλήθεια ώστε να αποτάξουν τις διεφθαρμένες διαθέσεις τους, να βιώσουν την ομοιότητα ενός αληθινού ανθρώπου και να αποκτήσουν σωτηρία. Αυτή η ζωή μού επέτρεπε να βιώσω την ευτυχία και να κατανοήσω τη σημασία και την αξία της ζωής. Είδα ότι ο μόνος τρόπος να αποκτήσω αληθινή ευτυχία ήταν το να έρθω ενώπιον του Θεού και να επιδιώξω την αλήθεια. Συμμετείχα στη διακήρυξη του ευαγγελίου και τη μαρτυρία προς τον Θεό, έτσι ώστε περισσότεροι άνθρωποι που ζούσαν στο σκοτάδι σαν κι εμένα να μπορέσουν να έρθουν ενώπιον του Θεού, προκειμένου να λάβουν τη σωτηρία Του και να δουν πάλι το φως. Ωστόσο, απροσδόκητα, συνελήφθηκα από την κυβέρνηση του ΚΚΚ λόγω του ότι κήρυττα το ευαγγέλιο και υπέφερα την υπέρτατη σκληρότητα των βασανιστηρίων και της φυλάκισης.

Ήταν ένα χειμωνιάτικο απόγευμα του 2008, όταν δύο αδελφές κι εγώ μαρτυρούσαμε το έργο του Θεού κατά τις έσχατες ημέρες σε ένα ευαγγελικό κοινό. Τότε κάποιοι κακοί άνθρωποι μάς κατήγγειλαν. Έξι αστυνομικοί χρησιμοποίησαν τη δικαιολογία ότι ήθελαν να ελέγξουν τις άδειες κατοικίας μας για να κάνουν έφοδο στο σπίτι του ευαγγελικού κοινού. Καθώς πέρασαν από την πόρτα, βρυχήθηκαν: «Ακίνητοι!» Δύο από τους αστυνομικούς φαίνονταν εντελώς εκτός ελέγχου καθώς ρίχτηκαν πάνω μου˙ ένας από αυτούς με άρπαξε από τα ρούχα στο στήθος και ο άλλος άρπαξε τα χέρια μου και με όλη του τη δύναμη τα έφερε πίσω μου, κι έπειτα ρώτησε άγρια: «Τι κάνεις; Πώς λέγεσαι; Από πού είσαι;» Εγώ τους ρώτησα με τη σειρά μου: «Τι κάνετε; Γιατί με συλλαμβάνετε;» Όταν με άκουσαν να το λέω αυτό, αγρίεψαν πάρα πολύ και είπαν επιθετικά: «Δεν έχει σημασία ο λόγος, εσύ είσαι αυτός που ψάχνουμε και θα έρθεις μαζί μας!» Έπειτα, οι αστυνομικοί πήραν εμένα και τις δύο αδελφές και μας έσπρωξαν στο περιπολικό.

Αφού φτάσαμε στο Γραφείο Δημόσιας Ασφάλειας, οι αστυνομικοί με πήραν και με κλείδωσαν σε ένα μικρό δωμάτιο· με διέταξαν να καθίσω σκυφτός στο πάτωμα και έβαλαν τέσσερις από αυτούς να με παρακολουθούν. Λόγω του ότι ήμουν σκυφτός για πάρα πολλή ώρα, κουράστηκα τόσο πολύ που δεν άντεχα. Τη στιγμή που προσπάθησα να σηκωθώ, έσπευσαν προς το μέρος μου και πίεσαν κάτω το κεφάλι μου για να με εμποδίσουν από το να σηκωθώ. Χωρίς να περάσει πολλή ώρα, άκουσα ανατριχιαστικές κραυγές κάποιου που βασανιζόταν στο διπλανό δωμάτιο και εκείνη τη στιγμή φοβήθηκα πολύ: Δεν ξέρω τι βασανιστήριο θα χρησιμοποιήσουν πάνω μου στη συνέχεια! Ξεκίνησα να προσεύχομαι επειγόντως στον Θεό από την καρδιά μου: «Ω, Παντοδύναμε Θεέ, φοβάμαι πάρα πολύ αυτήν τη στιγμή, Σου ζητώ να μου δώσεις πίστη και δύναμη, να με κάνεις σταθερό και θαρραλέο. Είμαι πρόθυμος να καταθέσω μαρτυρία για Σένα. Αν δεν μπορέσω να αντέξω τα σκληρά τους βασανιστήρια, προτιμώ να αυτοκτονήσω κόβοντας τη γλώσσα μου με τα δόντια μου, παρά να Σε προδώσω ποτέ, όπως ο Ιούδας!» Μετά την προσευχή μου, ένιωσα ότι η δύναμη ανέβαινε μέσα μου και ο φόβος μου υποχώρησε.

Εκείνο το απόγευμα μετά τις 7 μ.μ., έβαλαν χειροπέδες στα χέρια μου πίσω από την πλάτη μου, με πήγαν στο δωμάτιο ανάκρισης στον επάνω όροφο και με έσπρωξαν στο πάτωμα. Είδα κάθε είδους εργαλεία βασανισμού, όπως σχοινιά, ξύλινα παλούκια, ρόπαλα, μαστίγια, κ.λπ. Ένας αστυνομικός κρατούσε ένα ηλεκτρικό γκλομπ, το οποίο έβγαζε άγριους ηλεκτρικούς ήχους, απειλώντας με και απαιτώντας πληροφορίες: «Πόσοι άνθρωποι είναι στην εκκλησία σου; Πού είναι το σημείο συνάντησής σας; Ποιος είναι επικεφαλής; Πόσοι άνθρωποι βρίσκονται στην περιοχή και κηρύττουν το ευαγγέλιο; Μίλα! Ειδάλλως, θα δεις τι σε περιμένει!» Κοίταξα τον επερχόμενο κίνδυνο του ηλεκτρικού γκλομπ και μετά ξανά το δωμάτιο που ήταν γεμάτο με εργαλεία βασανισμού· δεν μπορούσα παρά να αισθανθώ αγχωμένος και τρομαγμένος. Δεν ήξερα αν θα καταφέρω να υπερνικήσω αυτό το βασανιστήριο, έτσι συνέχιζα να φωνάζω στον Θεό. Βλέποντας ότι δεν είπα τίποτα, ταράχτηκε πολύ και με χτύπησε βίαια στην αριστερή πλευρά του στήθους μου με το ηλεκτρικό γκλομπ. Μου έδινε ηλεκτροσόκ για περίπου ένα λεπτό. Αισθάνθηκα λες και το αίμα μέσα μου έβραζε˙ ο πόνος μου ήταν αφόρητος από την κορυφή ως τα νύχια και κυλίστηκα στο πάτωμα ουρλιάζοντας ακατάπαυστα. Δεν σταματούσε με τίποτα και ξαφνικά άρχισε να με σέρνει και χρησιμοποίησε το ηλεκτρικό γκλομπ για να με ανασηκώσει από το πιγούνι, φωνάζοντας: «Μίλα! Δεν θα ομολογήσεις τίποτα;» Αντιμετωπίζοντας το τρομερό βασανιστήριο από αυτούς τους δαίμονες, το μόνο που φοβόμουν ήταν ότι δεν θα μπορούσα να αντέξω τα βασανιστήριά τους και έτσι θα πρόδιδα τον Θεό, οπότε προσευχήθηκα απελπισμένα στον Θεό μέσα από την καρδιά μου. Τότε, σκέφτηκατα λόγια του Θεού: «Εκείνοι που βρίσκονται στην εξουσία μπορεί να δείχνουν μοχθηροί εξωτερικά, αλλά μη φοβάστε, καθότι αυτό συμβαίνει επειδή δεν έχετε πολλή πίστη. Εφόσον η πίστη σας μεγαλώσει, τίποτα δεν θα είναι υπερβολικά δύσκολο» («Κεφάλαιο 75» του «Ομιλίες του Χριστού στην αρχή» στο βιβλίο «Ο Λόγος Ενσαρκώνεται»). Τα λόγια του Θεού μού έδωσαν ξανά πίστη και δύναμη και αναγνώρισα ότι αν και οι μοχθηροί αστυνομικοί μπροστά μου ήταν τρελαμένοι και αχαλίνωτοι, τους κατηύθυνε το χέρι του Θεού. Χωρίς την άδεια του Θεού, δεν θα μπορούσαν να με σκοτώσουν. Όσο στηριζόμουν στην πίστη μου και βασιζόμουν στον Θεό και δεν ενέδιδα σ’ αυτούς, αναπόφευκτα θα αποτύγχαναν ταπεινωμένοι. Σκεπτόμενος όλα αυτά, μάζεψα όλη τη δύναμη του σώματός μου και απάντησα με δυνατή φωνή: «Γιατί με φέρατε εδώ; Γιατί με χτυπάτε με το ηλεκτρικό γκλομπ; Τι έγκλημα διέπραξα;» Ο μοχθηρός αστυνομικός ξαφνικά σάστισε και χαμήλωσε το βλέμμα με ένοχη συνείδηση. Ψέλλισε και δεν μπορούσε να πει τίποτα. Τότε έφυγαν με την ουρά στα σκέλια. Βλέποντας τη ντροπιαστική κατάσταση του διλήμματος του Σατανά, δάκρυσα από συγκίνηση. Μέσα στο αδιέξοδο αυτό, βίωσα στ’ αλήθεια τη δύναμη και την εξουσία των λόγων του Παντοδύναμου Θεού. Εφόσον έκανα πράξη τα λόγια του Θεού, τότε θα έβλεπα τις πράξεις Του. Δύο αστυνομικοί ήρθαν πέντε ή έξι λεπτά αργότερα, αλλά αυτή τη φορά δοκίμασαν μια άλλη τακτική. Ένας κοκαλιάρικος αστυνομικός μου είπε πολύ θερμά, «Απλά παίξε ωραία για λίγο. Απάτησε στις ερωτήσεις μας, διαφορετικά δεν θα μπορέσουμε να σε αφήσουμε». Δεν είπα ούτε λέξη, οπότε μου έφερε ένα χαρτί για να το υπογράψω. Βλέποντας τις λέξεις «επανεκπαίδευση μέσω στρατοπέδου εργασίας», αρνήθηκα. Ο άλλος αστυνομικός προσγειώθηκε ένα φαύλο χτύπημα στο αριστερό μου αυτί, σχεδόν αρκετά σκληρό για να με στείλει στο πάτωμα. Το αυτί μου χτύπησε για λίγο και μου πήρε αρκετό χρόνο για να ανακτήσω τη σαφήνεια. Μου έβαλαν χειροπέδες ξανά και με κλείδωσαν σε αυτό το μικρό δωμάτιο.

Αφού επέστρεψα στο μικρό δωμάτιο, ήμουν χτυπημένος και μελανιασμένος· ο πόνος ήταν αφόρητος. Δεν μπορούσα παρά να νιώσω άρρωστος στη καρδιά και αδύναμος. Γιατί έπρεπε οι πιστοί να υποφέρουν έτσι; Κήρυττα το ευαγγέλιο με καλή πρόθεση, έδειχνα στον κόσμο ότι ο Σωτήρας είχε έρθει και ότι έπρεπε να σπεύσουν να επιδιώξουν την αλήθεια και να σωθούν, όμως υπέφερα απροσδόκητα αυτόν τον διωγμό. Σκεπτόμενος αυτό, ένιωσα ακόμα περισσότερο ότι είχα αδικηθεί. Προσευχήθηκα στον Θεό στα δεινά μου, λέγοντας: «Θεέ μου, το ανάστημά μου είναι πολύ μικρό και είμαι πολύ αδύναμος. Θεέ μου, θέλω να στηριχτώ σε Σένα και να παραμείνω σταθερή στη μαρτυρία μου για Σένα. Παρακαλώ καθοδήγησέ με». Αργότερα, σκέφτηκα έναν ύμνο του λόγου του Θεού: «Μην αποκαρδιώνεσαι, μην είσαι αδύναμος, κι Εγώ θα σου διασαφηνίσω τα πράγματα. Ο δρόμος για τη βασιλεία δεν είναι τόσο ομαλός· τίποτα δεν είναι τόσο απλό! Θέλεις οι ευλογίες να σου έρχονται εύκολα, έτσι δεν είναι; Σήμερα, όλοι θα έχουν να αντιμετωπίσουν πικρές δοκιμασίες. Χωρίς τέτοιες δοκιμασίες, η στοργική καρδιά που έχετε για Μένα δεν θα δυναμώσει κι εσείς δεν θα έχετε αληθινή αγάπη για Μένα. Ακόμη κι αν αυτές οι δοκιμασίες αποτελούνται απλώς από περιστάσεις ήσσονος σημασίας, όλοι πρέπει να τις περάσουν· απλώς η δυσκολία των δοκιμασιών θα ποικίλλει από άτομο σε άτομο. Οι δοκιμασίες αποτελούν ευλογία από Εμένα, και πόσοι από εσάς έρχεστε συχνά ενώπιόν Μου και ικετεύετε γονυπετείς για τις ευλογίες Μου; Πάντα νομίζετε ότι μερικά ευοίωνα λόγια λογίζονται ως ευλογία Μου, όμως δεν αναγνωρίζετε ότι η πίκρα είναι μία από τις ευλογίες Μου» («Ο πόνος των δοκιμασιών είναι ευλογία από τον Θεό» στο βιβλίο «Ακολουθήστε τον Αμνό και τραγουδήστε νέα τραγούδια»). Είναι αλήθεια. Το να είμαι αντιμέτωπος με αυτήν τη δίωξη και τη δυσκολία ήταν έτσι ώστε ο Θεός να μπορεί να οδηγήσει την πίστη και την αγάπη μου στην τελείωση. Αυτό το περιβάλλον ήταν ευλογία του Θεού. Πώς θα μπορούσα να παραπονεθώ και να κατηγορήσω τον Θεό; Συνελήφθησα και βασανίστηκα, αλλά σε όλη τη δοκιμασία ο Θεός με καθοδήγησε με τα λόγια Του, αυτή ήταν η αγάπη του Θεού. Τραγούδησα αυτόν τον ύμνο στην καρδιά μου, και όσο περισσότερο το τραγούδησα τόσο πιο έντονα ένιωσα. Επίσης, αποκατέστησε την πίστη μου και ορκίστηκα στον Θεό: «Θεέ μου, ανεξάρτητα από το πώς με βασανίζει η αστυνομία, θέλω να είμαι μάρτυρας και να μη Σε προδώσω ποτέ. Είμαι αποφασισμένος να Σε ακολουθήσω μέχρι το τέλος».

Στο στρατόπεδο εργασίας, οι αστυνομικοί συνέχισαν να χρησιμοποιούν κάθε είδους βασανιστήριο πάνω μου και συχνά παρότρυναν τους φυλακισμένους να με χτυπούν. Μέσα στο τσουχτερό κρύο του χειμώνα, έλεγαν στους φυλακισμένους να μου ρίχνουν κουβάδες με κρύο νερό και με ανάγκαζαν να κάνω κρύο μπάνιο. Έτρεμα ολόκληρος από το κρύο. Βιώνοντας αίσθημα παλμών, η καρδιά μου πόνεσε στο σημείο που η πλάτη μου ήταν και στην αγωνία και είχα ιδρώτα. Εδώ, οι φυλακισμένοι ήταν μηχανήματα παραγωγής χρήματος για το ΚΚΚ και δεν είχαν καθόλου νομικά δικαιώματα. Δεν είχαν καμία άλλη επιλογή, πέρα από το να τους ξεζουμίζουν και να γίνονται αντικείμενα εκμετάλλευσης σαν σκλάβοι. Οι φρουροί της φυλακής με ανάγκαζαν να εκτυπώνω χαρτονομίσματα που χρησιμοποιούνταν σαν προσφορές για τους νεκρούς τη μέρα. Στην αρχή, είχαν θέσει ως κανόνα ότι έπρεπε να εκτυπώνω 1.000 κομμάτια την ημέρα, έπειτα το αύξησαν στα 1.800, και τελικά στα 3.000. Αυτή η ποσότητα ήταν αδύνατο να επιτευχθεί ακόμα και από κάποιον έμπειρο, πόσο μάλλον από κάποιον άπειρο σαν εμένα. Στην πραγματικότητα, το όρισαν έτσι επίτηδες, ώστε να μην μπορώ να το ολοκληρώσω και να έχουν δικαιολογία να με βασανίζουν και να με ταλαιπωρούν. Εφόσον δεν κατάφερνα να βγάλω εις πέρας τον στόχο, οι μοχθηροί αστυνομικοί έβαζαν στα πόδια μου δεσμά που ζύγιζαν πάνω από πέντε κιλά και με έδεναν χειροπόδαρα με αλυσίδες. Το μόνο που μπορούσα να κάνω ήταν να κάθομαι εκεί, να σκύβω το κεφάλι μου και να στριφογυρίζω τη μέση μου, ανίκανος να κινηθώ. Ακόμα πιο απαράδεκτο ήταν το ότι αυτοί οι απάνθρωποι και αναίσθητοι αστυνομικοί δεν ρωτούσαν και δεν ενδιαφέρονταν για τις βασικές μου ανάγκες. Αν και η τουαλέτα βρισκόταν στο κελί της φυλακής, δεν μπορούσα με τίποτα να βαδίσω ως εκεί και να τη χρησιμοποιήσω˙ το μόνο που μπορούσα να κάνω ήταν να παρακαλέσω τους συγκρατούμενούς μου να με σηκώσουν μέχρι την τουαλέτα. Αν ήταν λίγο καλύτεροι φυλακισμένοι, με σήκωναν˙ αν δεν με βοηθούσε κανείς, δεν είχα επιλογή παρά να κρατήσω. Η πιο επίπονη κατάσταση ήταν το γεύμα, καθώς ήμουν δεμένος χειροπόδαρα. Μπορούσα μόνο να κατεβάσω το κεφάλι μου με όλη μου τη δύναμη και να σηκώσω τα χέρια και τα πόδια μου. Αυτός ήταν ο μόνος τρόπος να βάλω στο στόμα μου ένα ψωμάκι. Ξόδευα πάρα πολλή ενέργεια σε κάθε μπουκιά. Οι αλυσίδες τρίβονταν στα χέρια και τα πόδια μου, προκαλώντας μου τεράστιο πόνο. Μετά από πολύ καιρό, οι καρποί και οι αστράγαλοί μου είχαν βγάλει σκούρους και σκληρούς κάλους. Πολύ συχνά δεν μπορούσα να φάω αλυσοδεμένος, και σε κάποιες σπάνιες περιπτώσεις οι φυλακισμένοι μού έδιναν δύο μικρά ψωμάκια. Τις περισσότερες φορές έτρωγαν τη μερίδα μου και έμενα με άδειο στομάχι. Μου έδιναν ακόμα λιγότερο για να πιώ˙ αρχικά, έδιναν στον καθένα δύο μπολ νερό την ημέρα, μα εγώ ήμουν δεμένος και δεν μπορούσα να κουνηθώ, άρα σπάνια κατάφερνα να πιώ νερό. Το απάνθρωπο βασανιστήριο ήταν αδιανόητο. Συνολικά, υπέφερα αυτό το μαρτύριο τέσσερις φορές, δέκα μέρες. Ακόμα και υπό αυτές τις συνθήκες, οι αστυνομικοί με έκαναν να δουλεύω τη νυχτερινή βάρδια. Είχα πολύ καιρό να φάω αρκετά. Η πείνα μου με άφηνε συχνά με αίσθημα παλμών, ναυτία και σφίξιμο στο στήθος μου. Είχα επίσης μετατραπεί σαν κόκαλα. Όταν η πείνα μου έφτασε στο σημείο που πραγματικά δεν μπορούσα να την αντέχω, σκέφτηκα κάτι που ο Κύριος Ιησούς απάντησε στον Σατανά εν μέσω ενός πειρασμού: «Με άρτον μόνον δεν θέλει ζήσει ο άνθρωπος, αλλά με πάντα λόγον εξερχόμενον διά στόματος Θεού» (Κατά Ματθαίον 4:4). Αυτό μου έδωσε μια αίσθηση ανακούφισης και ένιωσα έτοιμος να βιώσω προσωπικά αυτά τα λόγια του Θεού κατά τη δίωξη του Σατανά. Ησυχούσα μπροστά στον Θεό για να προσευχηθώ και να συλλογιστώ τα λόγια Του, και χωρίς να το ήξερα, ο πόνος και η πείνα μου είχαν υποχωρήσει. Ο φυλακισμένος δίπλα μου, δεμένος κι αυτός, μου είπε κάποτε: «Υπήρχε ένας νεαρός που ήταν δεμένος με χειροπέδες και λιμοκτόνησε στο παρελθόν. Βλέπω ότι δεν έχεις φάει τίποτα εδώ και αρκετές μέρες και ότι ακόμα είσαι τόσο ευδιάθετος». Ακούγοντας τα λόγια του, έδωσα σιωπηλά ευχαριστίες στον Θεό. Αισθανόμουν βαθιά ότι αυτή ήταν η δύναμη της ζωής που υπάρχει στα λόγια του Θεού και με υποστήριζε. Αυτό με έκανε πραγματικά να νιώσω ότι ο λόγος του Θεού είναι η αλήθεια, η οδός και η ζωή και σίγουρα είναι το θεμέλιο στο οποίο πρέπει να βασίζομαι για να επιβιώσω. Επομένως, η πίστη μου στον Θεό αυξήθηκε ασυνείδητα. Σ’ εκείνο το περιβάλλον των δεινών κατάφερα να βιώσω στ’ αλήθεια την πραγματικότητα της αλήθειας ότι «Με άρτον μόνον δεν θέλει ζήσει ο άνθρωπος, αλλά με πάντα λόγον εξερχόμενον διά στόματος Θεού». Αυτό είναι πράγματι ο πιο πολύτιμος πλούτος στη ζωή που μου έδωσε ο Θεός, το μονάκριβο δώρο μου. Επιπλέον, ποτέ δεν θα μπορούσα να το αποκτήσω αυτό σε ένα περιβάλλον όπου δεν θα χρειαζόταν να ανησυχήσω για το φαγητό ή για τα ρούχα. Τώρα, τα δεινά μου είχαν τόσο μεγάλο νόημα και αξία!

Αυτή η εμπειρία διωγμών και βασανιστηρίων ενέτεινε το μίσος που είχα στην καρδιά μου για το Κομμουνιστικό Κόμμα. Συνελήφθησα και υπέστησα κάθε είδους βασανιστήρια για τίποτα περισσότερο από το να πιστεύω στον Θεό. Ήταν απάνθρωπη κακοποίηση. Ήταν εντελώς κακό! Σκέφτηκα ένα απόσπασμα των λόγων του Θεού που διάβασα πριν: «Το πρόσωπο της αβύσσου είναι χαοτικό και σκοτεινό, ενώ οι κοινοί άνθρωποι, οι οποίοι υποφέρουν τρομερά, αναφωνούν στον ουρανό και παραπονιούνται στη γη. Πότε θα μπορέσει ο άνθρωπος να κρατήσει ψηλά το κεφάλι του; Ο άνθρωπος είναι ισχνός και αποστεωμένος· πώς θα μπορούσε να τα βάλει με αυτόν τον βάρβαρο και τυρρανικό διάβολο; Γιατί δεν δίνει τη ζωή του στον Θεό το συντομότερο δυνατό; Γιατί εξακολουθεί να αμφιταλαντεύεται; Πότε μπορεί να τελειώσει το έργο του Θεού; Έτσι, δεχόμενος άσκοπα εκφοβισμό και καταδυνάστευση, ολόκληρη η ζωή του θα πάει τελικά στράφι. Γιατί βιάζεται τόσο να έρθει και μετά βιάζεται τόσο να αναχωρήσει; Γιατί δεν κρατάει κάτι πολύτιμο για να το δώσει στον Θεό; Έχει ξεχάσει τις χιλιετίες του μίσους;» («Έργο και είσοδος (8)» στο βιβλίο «Ο Λόγος Ενσαρκώνεται»). Αυτή η εμπειρία μού έδειξε την αληθινή ουσία του Κομμουνιστικού Κόμματος ως εχθρού του Θεού, εχθρού της αλήθειας. Ενίσχυσε την αποφασιστικότητά μου να είμαι μάρτυρας για τον Θεό.

Έναν μήνα μετά, η αστυνομία του ΚΚΚ μού επέβαλε την αβάσιμη κατηγορία ότι «διατάραξη της δημόσιας τάξης και καταστροφή της εφαρμογής του νόμου». Καταδικάστηκα σε έναν χρόνο αναμόρφωσης μέσω καταναγκαστικής εργασίας. Μόλις μπήκα στο στρατόπεδο εργασίας, οι αστυνομικοί με ανάγκασαν να εργάζομαι καθημερινά. Ενώ βρισκόμουν στο εργαστήρι και μετρούσα σακούλες, μέτραγα εκατό σακούλες και τις έδενα μαζί. Οι κρατούμενοι έρχονταν συνεχώς εσκεμμένα και έπαιρναν μία ή περισσότερες από τις σακούλες που είχα μετρήσει, κι έπειτα έλεγαν ότι δεν είχα μετρήσει σωστά˙ έτσι, έβρισκαν την ευκαιρία να με χτυπήσουν με γροθιές και κλοτσιές. Όταν ο αρχηγός έβλεπε να με χτυπούν, ερχόταν και με ρωτούσε υποκριτικά τι συνέβαινε και οι κρατούμενοι παρουσίαζαν ψευδή στοιχεία ότι δεν μετρούσα αρκετές σακούλες. Τότε αναγκαζόμουν να υπομείνω έναν καταιγισμό αυστηρής κριτικής από τον αρχηγό. Όποτε ένιωθα στενοχώρια και πόνο, τραγουδούσα έναν ύμνο των λόγων του Θεού καθώς δούλευα: «Κατά τις έσχατες αυτές ημέρες, πρέπει να γίνετε μάρτυρες του Θεού. Άσχετα από το πόσο υποφέρετε, θα πρέπει να προχωρήσετε μέχρι το τέλος και, ακόμα και στην τελευταία σας πνοή, πρέπει να είστε ακόμα πιστοί στον Θεό, να είστε στο έλεός Του. Μόνο έτσι αγαπά κανείς αληθινά τον Θεό και μόνο αυτή είναι η δυνατή και ηχηρή μαρτυρία» («Επιδίωκε να αγαπάς τον Θεό όσο πολύ κι αν υποφέρεις» στο βιβλίο «Ακολουθήστε τον Αμνό και τραγουδήστε νέα τραγούδια»). Καθώς τραγούδησα και τραγούδησα, άρχισα να αισθάνομαι συγκινημένος και εμπνευσμένος και δεν μπορούσα να σταματήσω να ρέουν τα δάκρυα στα μάγουλά μου. Έχω αποφασίσει ότι όσο κι αν υπέφερα, θα ήμουν μάρτυρας για τον Θεό. Υπήρχε ένας άλλος αδελφός της ίδιας ηλικίας μου που έτυχε να είναι κλειδωμένος μαζί μου εκείνη την εποχή. Δεν επιτρεπόταν να μιλήσουμε όταν εργαζόμασταν κατά τη διάρκεια της ημέρας, αλλά το βράδυ γράψαμε κρυφά αποσπάσματα από τα λόγια του Θεού και τους ύμνους που απομνημονεύσαμε και τα ανταλλάξαμε μεταξύ μας. Μετά από λίγο μας ανέθεσαν να συνεργαστούμε, οπότε θα μοιραζόμασταν αθόρυβα την συναναστροφή, βοηθώντας και ενθαρρύνοντας ο ένας τον άλλον. Βοήθησε πραγματικά να ανακουφίσει τα δεινά.

Επιπλέον, με διέταζαν να απομνημονεύω τους «κανόνες συμπεριφοράς» κάθε πρωί, και αν δεν τους απομνημόνευα, με χτυπούσαν˙ με ανάγκαζαν, επίσης, να τραγουδάω τραγούδια που επαινούσαν το Κομμουνιστικό Κόμμα. Αν έβλεπαν ότι δεν τραγουδούσα ή ότι τα χείλη μου δεν κινούνταν, τότε αναπόφευκτα τη νύχτα με χτυπούσαν. Με τιμωρούσαν, επίσης, βάζοντάς με να σφουγγαρίσω το πάτωμα, και αν δεν σφουγγάριζα όπως ήθελαν, τότε με χτυπούσαν βίαια. Μια φορά, κάποιοι κρατούμενοι άρχισαν ξαφνικά να με χτυπούν και να με κλωτσούν. Αφού με χτύπησαν, με ρώτησαν: «Νεαρέ, ξέρεις γιατί σε χτυπάμε; Επειδή δεν σηκώθηκες να χαιρετήσεις τον φύλακα όταν μπήκε». Μετά από κάθε φορά που με χτυπούσαν, θύμωνα μα δεν τολμούσα να πω τίποτα˙ μόνο έκλαιγα και προσευχόμουν σιωπηλά στον Θεό, λέγοντάς Του για την πικρία και τη θλίψη στην καρδιά μου εξαιτίας αυτού του άνομου, παράλογου μέρους. Δεν υπήρχε λογική εκεί μέσα, μόνο βία. Δεν υπήρχαν άνθρωποι εκεί, μόνο παρανοϊκοί δαίμονες και σκορπιοί! Αισθανόμουν τόσο πόνο και πίεση βιώνοντας αυτήν τη φρίκη κάθε μέρα˙ δεν ήθελα να μείνω ούτε λεπτό παραπάνω. Κάθε φορά που έπεφτα σε κατάσταση αδυναμίας και πόνου, σκεφτόμουν τα λόγια του Παντοδύναμου Θεού: «Αποδεχθήκατε ποτέ τις ευλογίες που σας δόθηκαν; Γυρέψατε ποτέ τις υποσχέσεις που σας έγιναν; Είναι σίγουρο ότι, υπό την καθοδήγηση του φωτός Μου, θα σπάσετε αυτήν τη θηλιά με την οποία σας στραγγαλίζουν οι δυνάμεις του σκότους. Είναι σίγουρο ότι, εν μέσω του σκότους, δεν θα χάσετε το φως που σας οδηγεί. Θα είστε σίγουρα οι κυρίαρχοι όλης της δημιουργίας. Θα είστε σίγουρα νικητές ενώπιον του Σατανά. Είναι σίγουρο ότι, με την πτώση της βασιλείας του μεγάλου κόκκινου δράκοντα, θα ξεχωρίσετε ανάμεσα στις ορδές των μυριάδων για να γίνετε μάρτυρες της νίκης Μου. Η στάση σας θα είναι σίγουρα αποφασιστική και ακλόνητη στη γη του Σινείμ. Μέσα από τα δεινά που υπομένετε θα κληρονομήσετε τις ευλογίες που προέρχονται από Εμένα και θα ακτινοβολήσετε σίγουρα τη δόξα Μου σ’ ολόκληρο το σύμπαν» («Κεφάλαιο 19» του «Τα λόγια του Θεού προς ολόκληρο το σύμπαν» στο βιβλίο «Ο Λόγος Ενσαρκώνεται»). Τα λόγια του Θεού μού έδιναν θάρρος. Καταλάβαινα ότι, ανεξάρτητα του αν ο Θεός μού έδινε χάρη και ευλογίες ή δοκιμασίες και εξευγενισμό, όλα γίνονταν για την πρόνοια και τη σωτηρία μου˙ ήταν για να βάλει την αλήθεια μέσα μου και να την κάνει ζωή μου. Ο Θεός επέτρεπε στον διωγμό και στα δεινά να έρθουν πάνω μου, και παρόλο που υπέφερα πολύ σωματικά, μου επέτρεπε να δω ξεκάθαρα την κακή ουσία του μεγάλου κόκκινου δράκοντα που μισεί τον Θεό και Του αντιστέκεται, να μισώ και να το εγκαταλείψω, να ξεφύγω εντελώς από την σφαίρα επιρροής του Σατανά, να στραφώ εντελώς στον Θεό και να μετατραπώ σε νικητής από τον Θεό. Επίσης μου επέτρεπε να βιώσω στ’ αλήθεια ότι ο Θεός είναι μαζί μου˙ με έκανε να απολαύσω στ’ αλήθεια τα λόγια του Θεού να γίνονται ο άρτος της ζωής μου και η λυχνία στα πόδια μου, το φως στο μονοπάτι μου, που με οδηγούσε βήμα-βήμα μέσα από αυτήν τη σκοτεινή τρύπα της κόλασης. Αυτή είναι η αγάπη και η προστασία του Θεού που απόλαυσα και απέκτησα κατά τη διάρκεια των διωγμών και των δεινών. Τότε κατάφερα να δω ότι ήμουν τόσο τυφλός. Πιστεύοντας στον Θεό, ήξερα μόνο πώς να απολαμβάνω τη χάρη και τις ευλογίες του Θεού και δεν επιδίωκα την αλήθεια και τη ζωή ούτε στο ελάχιστο. Μόλις η σάρκα μου υπέφερε λίγες κακουχίες, κλαψούριζα ασταμάτητα· απλώς δεν κατανοούσα το θέλημα του Θεού και δεν επιζητούσα να καταλάβω το έργο Του. Πάντα έκανα τον Θεό να θλίβεται και να πονά για μένα. Στ’ αλήθεια, δεν είχα συνείδηση! Αισθανόμενος μεταμέλεια και τύψεις, προσευχήθηκα σιωπηλά στον Θεό: «Ω, Παντοδύναμε Θεέ, μπορώ να δω πως ό,τι κάνεις είναι για να με σώσεις και να με αποκτήσεις. Απλώς μισώ το ότι είμαι τόσο επαναστατικός και τυφλός. Πάντα Σε παρεξηγούσα και δεν με ένοιαζε το θέλημά Σου. Ω, Θεέ μου, σήμερα ο λόγος Σου ξύπνησε τη νωθρή καρδιά και το πνεύμα μου και με έκανε να κατανοήσω το θέλημά Σου. Δεν θέλω πια να έχω τις δικές μου επιθυμίες και απαιτήσεις· θα υποταχθώ μόνο στα σχέδιά Σου. Δεν έχει σημασία πόσα βάσανα πρέπει να υπομείνω, θα γίνω ηχηρός μάρτυρας για Σένα εν μέσω των διωγμών του Σατανά». Μετά την προσευχή, κατάλαβα τις καλές προθέσεις του Θεού, και ήξερα ότι κάθε περιβάλλον, το οποίο ο Θεός μού επέτρεψε να βιώσω, ήταν η μεγαλύτερη αγάπη και σωτηρία του Θεού για μένα. Επομένως, δεν σκεφτόμουν πλέον να δειλιάσω ή να παρεξηγήσω τον Θεό. Αν και η κατάσταση ήταν ακόμα η ίδια, η καρδιά μου ήταν στ’ αλήθεια γεμάτη χαρά και ευχαρίστηση. Ένιωθα ότι ήταν τιμή να μπορώ να υποφέρω κακουχίες και διωγμούς για την πίστη μου στον Θεό, και αυτό ήταν ένα μονάκριβο δώρο για μένα, έναν διεφθαρμένο άνθρωπο˙ ήταν η ιδιαίτερη ευλογία και χάρη του Θεού για μένα.

Μετά από έναν χρόνο κακουχιών στη φυλακή, βλέπω ότι είμαι τόσο μικρός σε ανάστημα και ότι μου λείπει τόσο πολλή αλήθεια. Ο Παντοδύναμος Θεός στ’ αλήθεια έχει αντισταθμίσει τις ελλείψεις μου μέσω αυτού του μοναδικού περιβάλλοντος και μου επέτρεψε να αναπτυχθώ. Κατά τις συμφορές μου, μ’ έκανε να αποκτήσω τον πιο πολύτιμο πλούτο στη ζωή, να κατανοήσω πολλές αλήθειες που δεν κατανοούσα στο παρελθόν και να δω ξεκάθαρα τα ειδεχθή εγκλήματα του ΚΚΚ μέσω των διωγμού του Θεού και των βασανιστηρίων του κατά των χριστιανών. Έχω αναγνωρίσει την αποκρουστική εμφάνιση του Σατανά, του δαίμονα, και την αντιδραστική ουσία της αντίστασής του στον Θεό. Έχω βιώσει ειλικρινά τη μεγάλη σωτηρία και το έλεος που έχει ο Παντοδύναμος Θεός για μένα, τον διεφθαρμένο, και έχω νιώσει ότι η εξουσία και η ζωή στα λόγια του Παντοδύναμου Θεού μπορούν να μου φέρουν το φως, να είναι η ζωή μου και να με οδηγήσουν στο να επικρατήσω έναντι του Σατανά και να ξεφύγω αποφασιστικά από την κοιλάδα της σκιάς του θανάτου. Δόξα τω Θεώ!

Αφήστε σχόλια