Μενού

Επόμενο

Καθημερινά λόγια του Θεού: Γνωρίζοντας τον Θεό | Απόσπασμα 49

62 24/10/2023

Στην καθημερινή ζωή του Ιώβ βλέπουμε την τελειότητα, την ακεραιότητα, τον σεβασμό για τον Θεό και την αποφυγή του κακού

Αν θέλουμε να συζητήσουμε για τον Ιώβ, τότε πρέπει να ξεκινήσουμε με την εκτίμηση του όπως την εξέφρασε το στόμα του Θεού: «Δεν υπάρχει όμοιος αυτού εν τη γη, άνθρωπος άμεμπτος και ευθύς, φοβούμενος τον Θεόν και απεχόμενος από κακού».

Ας μάθουμε πρώτα για την τελειότητα και την ακεραιότητα του Ιώβ.

Πώς αντιλαμβάνεστε τις λέξεις «άμεμπτος» και «ευθύς»; Πιστεύετε ότι ο Ιώβ ήταν άψογος και έντιμος; Αυτό, βέβαια, θα συνιστούσε κυριολεκτική ερμηνεία και κατανόηση του «άμεμπτου» και «ευθύ». Καίριας σημασίας για να κατανοήσει όντως κανείς τον Ιώβ είναι η πραγματική ζωή —τα λόγια, τα βιβλία και η θεωρία από μόνα τους δεν μπορούν να δώσουν απαντήσεις. Θα ξεκινήσουμε εξετάζοντας την οικογενειακή ζωή του Ιώβ, ποια ήταν η κανονική του διαγωγή κατά τη διάρκεια της ζωής του. Έτσι, θα διακρίνουμε τις αρχές και τους στόχους του στη ζωή, καθώς και την προσωπικότητα και τις επιδιώξεις του. Τώρα, ας διαβάσουμε τα τελευταία λόγια στο Ιώβ 1:3: «Και ήτο ο άνθρωπος εκείνος ο μεγαλύτερος πάντων των κατοίκων της Ανατολής». Αυτά τα λόγια λένε ότι το κύρος και η θέση του Ιώβ ήταν πολύ υψηλά, και παρόλο που δεν μας λένε αν ήταν ο μεγαλύτερος από όλους τους ανθρώπους της Ανατολής λόγω της μεγάλης περιουσίας του ή επειδή ήταν άμεμπτος και ευθύς και σεβόταν τον Θεό και απέφευγε το κακό, γενικά, γνωρίζουμε ότι το κύρος και η θέση του Ιώβ έχαιραν μεγάλης εκτίμησης. Όπως καταγράφηκε στη Βίβλο, οι πρώτες εντυπώσεις των ανθρώπων από τον Ιώβ ήταν ότι ο Ιώβ ήταν άμεμπτος, ότι σεβόταν τον Θεό και απέφευγε το κακό και ότι διέθετε μεγάλο πλούτο και σεβασμό. Για ένα φυσιολογικό άτομο που ζει σε ένα τέτοιο περιβάλλον και κάτω από τέτοιες συνθήκες, η διατροφή του Ιώβ, η ποιότητα ζωής και οι διάφορες πτυχές της προσωπικής του ζωής θα ήταν το επίκεντρο της προσοχής των περισσότερων ανθρώπων. Συνεπώς, πρέπει να συνεχίσουμε να διαβάζουμε τις Γραφές: «Και υπήγαινον οι υιοί αυτού και έκαμνον συμπόσια εν ταις οικίαις αυτών, έκαστος κατά την ημέραν αυτού, και έστελλον και προσεκάλουν τας τρεις αδελφάς αυτών διά να τρώγωσι και να πίνωσι μετ’ αυτών. Και ότε ετελείονον αι ημέραι του συμποσίου, έστελλεν ο Ιώβ και ηγίαζεν αυτούς, και εξεγειρόμενος πρωΐ προσέφερεν ολοκαυτώματα κατά τον αριθμόν πάντων αυτών· διότι έλεγεν ο Ιώβ, Μήπως οι υιοί μου ημάρτησαν και εβλασφήμησαν τον Θεόν εν τη καρδία αυτών. Ούτως έκαμνεν ο Ιώβ, πάντοτε» (Ιώβ 1:4-5). Αυτό το εδάφιο μάς λέει δύο πράγματα: το πρώτο είναι ότι οι γιοι και οι θυγατέρες του Ιώβ έκαναν συχνά γλέντια, έτρωγαν και έπιναν. Το δεύτερο είναι ότι ο Ιώβ συχνά πρόσφερε ολοκαυτώματα επειδή συχνά ανησυχούσε γι’ αυτούς, φοβούμενος ότι είχαν αμαρτήσει, ότι στην καρδιά τους είχαν βλασφημήσει τον Θεό. Εδώ περιγράφονται οι ζωές δύο διαφορετικών τύπων ανθρώπων. Ο πρώτος, οι γιοι και οι θυγατέρες του Ιώβ, έκαναν συχνά γλέντια λόγω του πλούτου τους, ζούσαν εξωφρενικά, έτρωγαν και έπιναν μέχρι να ευχαριστηθεί η καρδιά τους, απολαμβάνοντας την υψηλή ποιότητα ζωής που φέρει ο υλικός πλούτος. Ζώντας μια τέτοια ζωή, ήταν αναπόφευκτο ότι συχνά θα έπεφταν στην αμαρτία και θα ύβριζαν τον Θεό —όμως δεν αγιάζονταν οι ίδιοι ούτε προσέφεραν ολοκαυτώματα. Βλέπετε, λοιπόν, ότι ο Θεός δεν είχε θέση στην καρδιά τους, ότι δεν σκέφτονταν τις χάρες του Θεού, ούτε φοβούνταν μήπως υβρίσουν τον Θεό, πολύ λιγότερο δε, φοβόντουσαν μήπως απαρνηθούν τον Θεό στην καρδιά τους. Φυσικά, δεν επικεντρωνόμαστε στα παιδιά του Ιώβ, αλλά στο τι έκανε ο Ιώβ όταν αντιμετώπιζε αυτά τα πράγματα. Αυτό είναι το άλλο θέμα που περιγράφεται στο εδάφιο και το οποίο αφορά την καθημερινή ζωή του Ιώβ και το περιεχόμενο της ανθρώπινης φύσης του. Όταν η Βίβλος περιγράφει τα γλέντια των γιων και των θυγατέρων του Ιώβ, δεν υπάρχει καμία αναφορά στον Ιώβ. Αναφέρεται μόνο ότι οι γιοι και οι θυγατέρες του συχνά έτρωγαν και έπιναν μαζί. Με άλλα λόγια, ο ίδιος δεν έκανε γλέντια, ούτε συμμετείχε στα εξωφρενικά φαγοπότια των γιων και των θυγατέρων του. Παρόλο που ήταν πλούσιος, και είχε πολλά περιουσιακά στοιχεία και υπηρέτες, η ζωή του Ιώβ δεν χαρακτηριζόταν από πολυτέλεια. Δεν παρασυρόταν από το εξαιρετικό περιβάλλον διαβίωσης του, και δεν έπεφτε με τα μούτρα στις απολαύσεις της σάρκας ούτε ξεχνούσε να προσφέρει ολοκαυτώματα λόγω του πλούτου του, πολύ λιγότερο δε, ο πλούτος του τον έκανε να αποφεύγει σταδιακά τον Θεό στην καρδιά του. Προφανώς, λοιπόν, ο Ιώβ ήταν πειθαρχημένος στον τρόπο ζωής του και δεν ήταν άπληστος ή φιλήδονος, ούτε είχε εμμονή με την ποιότητα ζωής, ως αποτέλεσμα των ευλογιών του Θεού προς αυτόν. Αντιθέτως, ήταν ταπεινός και μετριόφρων, και μετρημένος και προσεκτικός ενώπιον του Θεού, σκεφτόταν συχνά τις χάρες και τις ευλογίες του Θεού και σεβόταν πάντοτε τον Θεό. Στην καθημερινότητά του, ο Ιώβ συχνά ξυπνούσε νωρίς για να προσφέρει ολοκαυτώματα για τους γιους και τις θυγατέρες του. Με άλλα λόγια, ο Ιώβ όχι μόνο σεβόταν τον Θεό ο ίδιος, αλλά ήλπιζε ότι και τα παιδιά του θα σέβονταν τον Θεό παρομοίως και δεν θα διέπρατταν αμαρτίες κατά του Θεού. Ο υλικός πλούτος του Ιώβ δεν είχε θέση μέσα στην καρδιά του, ούτε υποκαθιστούσε τη θέση που είχε ο Θεός. Είτε για χάρη του ίδιου είτε των παιδιών του, όλες οι καθημερινές πράξεις του Ιώβ συνδέονταν με τον σεβασμό για τον Θεό και την αποφυγή του κακού. Ο σεβασμός του για τον Ιεχωβά Θεό δεν σταματούσε στο στόμα του, αλλά γινόταν πράξη, και αντικατοπτριζόταν σε κάθε πτυχή της καθημερινής του ζωής. Αυτή η πραγματική διαγωγή του Ιώβ μάς δείχνει ότι ήταν ειλικρινής και ότι διέθετε μια υπόσταση που αγαπούσε τη δικαιοσύνη και τα θετικά πράγματα. Το γεγονός ότι ο Ιώβ συχνά έστελνε και αγίαζε τους γιους και τις θυγατέρες του σημαίνει ότι δεν ενέκρινε ούτε επικροτούσε τη συμπεριφορά των παιδιών του. Αντιθέτως, στην καρδιά του είχε βαρεθεί τη συμπεριφορά τους, και τους καταδίκαζε. Είχε καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η συμπεριφορά των γιων και των θυγατέρων του δεν ευχαριστούσε τον Ιεχωβά Θεό, οπότε τους καλούσε συχνά να παρουσιαστούν ενώπιον του Ιεχωβά Θεού και να εξομολογηθούν τις αμαρτίες τους. Οι πράξεις του Ιώβ μάς δείχνουν μια άλλη πλευρά της ανθρώπινης φύσης του: αυτή στην οποία δεν πορεύτηκε ποτέ με όσους συχνά διέπρατταν αμαρτίες και ύβριζαν τον Θεό, αλλά, αντιθέτως, τους απέφευγε και παρέμενε μακριά τους. Παρόλο που αυτοί οι άνθρωποι ήταν οι γιοι και οι θυγατέρες του, δεν απαρνήθηκε τις δικές του αρχές επειδή επρόκειτο για τους ίδιους τους συγγενείς του, ούτε επέτρεπε τις αμαρτίες τους εξαιτίας των συναισθημάτων του. Αντιθέτως, τους παρότρυνε να εξομολογούνται και να κερδίζουν την ανεκτικότητα του Ιεχωβά Θεού και τους προειδοποιούσε να μην απαρνηθούν τον Θεό χάριν της άπληστης φιληδονίας τους. Οι αρχές σύμφωνα με τις οποίες ο Ιώβ συμπεριφερόταν στους άλλους είναι άρρηκτα συνδεδεμένες με τις αρχές του σεβασμού του για τον Θεό και την αποφυγή του κακού. Αγαπούσε ό,τι επιδοκίμαζε ο Θεός και μισούσε ό,τι απωθούσε τον Θεό και αγαπούσε όσους σέβονταν τον Θεό στην καρδιά τους και μισούσε όσους διέπρατταν κακό ή διέπρατταν αμαρτίες κατά του Θεού. Αυτή την αγάπη και το μίσος επιδείκνυε στην καθημερινότητά του και αυτή ήταν η ακεραιότητα του Ιώβ που έβλεπαν τα μάτια του Θεού. Φυσικά, αυτή είναι και η έκφραση και το βίωμα της αληθινής ανθρώπινης φύσης του Ιώβ στις σχέσεις του με τους άλλους στην καθημερινότητά του, τα οποία πρέπει να γνωρίσουμε.

«Ο Λόγος», τόμ. 2: «Σχετικά με το να γνωρίζει κανείς τον Θεό», Το έργο του Θεού, η διάθεση του Θεού και ο ίδιος ο Θεός Β΄

Αφήστε σχόλια