«Και ο Λόγος έγεινε σαρξ και κατώκησε μεταξύ ημών, και είδομεν την δόξαν αυτού, δόξαν ως μονογενούς παρά του Πατρός, πλήρης χάριτος και αληθείας» (Ιωάν. 1:14).
«Εγώ είμαι η οδός και η αλήθεια και η ζωή» (Ιωάν. 14:6).
«Λέγει προς αυτόν ο Ιησούς· Τόσον καιρόν είμαι μεθ' υμών, και δεν με εγνώρισας, Φίλιππε; όστις είδεν εμέ είδε τον Πατέρα· και πως συ λέγεις, Δείξον εις ημάς τον Πατέρα; Δεν πιστεύεις ότι εγώ είμαι εν τω Πατρί και ο Πατήρ είναι εν εμοί; τους λόγους, τους οποίους εγώ λαλώ προς υμάς, απ' εμαυτού δεν λαλώ· αλλ' ο Πατήρ ο μένων εν εμοί αυτός εκτελεί τα έργα. Πιστεύετέ μοι ότι εγώ είμαι εν τω Πατρί και ο Πατήρ είναι εν εμοί· ει δε μη, διά τα έργα αυτά πιστεύετέ μοι» (Ιωάν. 14:9-11).
«Εγώ και ο Πατήρ εν είμεθα» (Ιωάν. 10:30).
Σχετικά λόγια του Θεού:
Η έννοια της ενσάρκωσης είναι πως ο Θεός εμφανίζεται με σάρκα και έρχεται να εργαστεί με μορφή σάρκας μεταξύ των ανθρώπων που δημιούργησε. Έτσι, για να ενσαρκωθεί ο Θεός, πρέπει πρώτα να αποκτήσει σάρκα, σάρκα με κανονική ανθρώπινη φύση· αυτή είναι η πιο βασική προϋπόθεση. Στην πραγματικότητα, η σημασία της ενσάρκωσης του Θεού είναι πως ο Θεός ζει και εργάζεται στη σάρκα, στην ουσία Του ενσαρκώνεται, γίνεται άνθρωπος.
από «Η ουσία της σάρκας που κατοικείται από τον Θεό» στο βιβλίο «Ο Λόγος Ενσαρκώνεται»
Ενσάρκωση σημαίνει πως το Πνεύμα του Θεού ενσαρκώνεται, δηλαδή ο Θεός ενσαρκώνεται. Το έργο που επιτελεί στη σάρκα είναι το έργο του Πνεύματος, το οποίο εισέρχεται στη σάρκα και εκφράζεται μέσα από τη σάρκα. Κανείς εκτός από τη σάρκα του Θεού δεν μπορεί να εκπληρώσει τη διακονία του ενσαρκωμένου Θεού· δηλαδή, μόνο η σάρκα του ενσαρκωμένου Θεού, αυτή η κανονική ανθρώπινη φύση— και κανένας άλλος— δεν μπορεί να εκφράσει το θείο έργο.
από «Η ουσία της σάρκας που κατοικείται από τον Θεό» στο βιβλίο «Ο Λόγος Ενσαρκώνεται»
Ο Χριστός, με κανονική ανθρώπινη φύση, είναι μια σάρκα στην οποία εισέρχεται το Πνεύμα, κατέχοντας κανονική ανθρώπινη φύση, κανονική λογική και ανθρώπινη σκέψη. «Εισέρχεται» σημαίνει πως ο Θεός γίνεται άνθρωπος, πως το Πνεύμα ενσαρκώνεται. Για να το θέσω απλά, είναι όταν ο ίδιος ο Θεός κατοικεί σε σάρκα με κανονική ανθρώπινη φύση και μέσω αυτής εκφράζει το θείο έργο Του — αυτό σημαίνει το να εισέρχεται ή να ενσαρκώνεται.
από «Η ουσία της σάρκας που κατοικείται από τον Θεό» στο βιβλίο «Ο Λόγος Ενσαρκώνεται»
Ο Θεός που ενσαρκώθηκε, ονομάζεται Χριστός, κι έτσι, ο Χριστός που μπορεί να δώσει στους ανθρώπους την αλήθεια, ονομάζεται Θεός. Δεν υπάρχει τίποτε το υπερβολικό σ’ αυτό, γιατί Εκείνος κατέχει την ουσία του Θεού, κατέχει την διάθεση του Θεού και τη σοφία στο έργο Του, τα οποία είναι άφταστα για τον άνθρωπο. Εκείνοι που ισχυρίζονται ότι είναι ο Χριστός, αλλά δεν μπορούν να κάνουν το έργο του Θεού, είναι απατεώνες. Ο αληθινός Χριστός δεν είναι μόνο η εκδήλωση του Θεού πάνω στη γη, αλλά και η ιδιαίτερη ενσάρκωση του Θεού, καθώς πραγματοποιεί και ολοκληρώνει το έργο Του ανάμεσα στους ανθρώπους. Αυτή η ενσάρκωση δεν μπορεί απλώς να αντικατασταθεί από οποιονδήποτε άνθρωπο, αλλά πρέπει να είναι σε θέση να φέρει επαρκώς εις πέρας το έργο του Θεού στη γη, να εκφράζει την διάθεση του Θεού, να αντιπροσωπεύει επαρκώς τον Θεό και να παρέχει ζωή στον άνθρωπο.
από «Μόνο ο Χριστός των εσχάτων ημερών μπορεί να δώσει στον άνθρωπο την οδό για την αιώνια ζωή» στο βιβλίο «Ο Λόγος Ενσαρκώνεται»
Η σημασία της ενσάρκωσης του Θεού είναι πως ο Θεός ζει και εργάζεται στη σάρκα, στην ουσία Του ενσαρκώνεται, γίνεται άνθρωπος. Η ενσαρκωμένη ζωή και το έργο Του μπορούν να διαιρεθούν σε δύο στάδια. Πρώτη είναι η ζωή που ζει πριν από την εκτέλεση της διακονίας Του. Ζει σε μία συνηθισμένη ανθρώπινη οικογένεια, με μια εντελώς κανονική ανθρώπινη φύση, υπακούοντας στα συνήθη ήθη και τους νόμους της ανθρώπινης ζωής, με φυσιολογικές ανθρώπινες ανάγκες (τροφή, ένδυση, στέγη, ύπνο), με κανονικές ανθρώπινες αδυναμίες και κανονικά ανθρώπινα συναισθήματα. Με άλλα λόγια, κατά το πρώτο στάδιο, ζει σε μια μη θεϊκή, απολύτως κανονική ανθρώπινη φύση, συμμετέχοντας σε όλες τις συνηθισμένες ανθρώπινες δραστηριότητες. Το δεύτερο στάδιο είναι η ζωή που ζει αφού ξεκινά να εκτελεί τη διακονία Του. Εξακολουθεί να ζει στην κανονική ανθρώπινη φύση με ένα κανονικό ανθρώπινο κέλυφος, μη δείχνοντας κάποιο εξωτερικό σημάδι του υπερφυσικού. Ωστόσο, Εκείνος ζει αποκλειστικά για χάρη της διακονίας Του και στη διάρκεια αυτής της εποχής, η κανονική ανθρώπινη φύση Του βρίσκεται εξ ολοκλήρου στην υπηρεσία του κανονικού έργου της θεϊκής φύσης Του· διότι μέχρι τότε, η κανονική ανθρώπινη φύση Του έχει ωριμάσει σε σημείο που να είναι σε θέση να εκτελέσει τη διακονία Του. Έτσι, το δεύτερο στάδιο της ζωής Του είναι η εκτέλεση της διακονίας Του με την κανονική ανθρώπινη φύση Του, είναι μια ζωή τόσο μιας κανονικής ανθρώπινης φύσης, όσο και μιας ολοκληρωμένης θεϊκής φύσης. Ο λόγος που, κατά τη διάρκεια του πρώτου σταδίου της ζωής Του ζει σε μια απολύτως κανονική ανθρώπινη φύση, είναι πως η ανθρώπινη φύση Του δεν είναι ακόμα ίση με το σύνολο του θεϊκού Του έργου, δεν έχει ωριμάσει ακόμη· μόνο μετά την ωρίμανσή της γίνεται ικανός να επωμιστεί τη διακονία Του και μπορεί να ξεκινήσει να την εκτελεί. Από τη στιγμή που Εκείνος, ως σάρκα, πρέπει να μεγαλώσει και να ωριμάσει, το πρώτο στάδιο της ζωής Του είναι αυτό της κανονικής ανθρώπινης φύσης, ενώ στο δεύτερο στάδιο, επειδή η ανθρώπινη φύση Του είναι σε θέση να αναλάβει το έργο Του και να εκτελέσει τη διακονία Του, η ζωή που ο ενσαρκωμένος Θεός διάγει κατά τη διακονία Του είναι μια ζωή τόσο της ανθρώπινης όσο και της ολοκληρωμένης θεϊκής φύσης. Αν ο ενσαρκωμένος Θεός είχε ουσιαστικά ξεκινήσει τη διακονία Του από τη στιγμή της γέννησης Του, εκτελώντας υπερφυσικά σημεία και τέρατα, τότε δεν θα είχε κάποια ενσώματη ουσία. Επομένως, η ανθρώπινη φύση Του υπάρχει χάρη στην ενσώματη ουσία Του· δεν μπορεί να υπάρξει σάρκα χωρίς ανθρώπινη φύση, και ένα άτομο χωρίς ανθρώπινη φύση δεν είναι ανθρώπινο ον. Με τον τρόπο αυτόν, η ανθρώπινη φύση της σάρκας του Θεού είναι μια εγγενής ιδιότητα της σάρκας του ενσαρκωμένου Θεού. Αν ειπωθεί ότι «όταν ο Θεός ενσαρκώνεται, είναι εξ ολοκλήρου Θεός, δεν είναι καθόλου άνθρωπος», είναι βλασφημία, διότι μια τέτοια άποψη είναι αδύνατο να εκφραστεί, καθώς παραβιάζει την αρχή της ενσάρκωσης. Ακόμη κι αφού ξεκινά να εκτελεί τη διακονία Του, η θεϊκή φύση Του κατοικεί ακόμα στο ανθρώπινο εξωτερικό κέλυφος ενόσω επιτελεί το έργο Του. Απλώς, κατά τη στιγμή εκείνη, η ανθρώπινη φύση Του εξυπηρετεί τον μοναδικό σκοπό του να επιτρέπει στη θεϊκή φύση Του να εκτελεί το έργο μέσα στην κανονική σάρκα. Έτσι, αυτή που επιτελεί το έργο είναι η θεϊκή φύση που κατοικεί στην ανθρώπινη φύση Του. Η θεϊκή φύση Του είναι αυτή που ενεργεί, και όχι η ανθρώπινη φύση Του, ωστόσο είναι μια θεϊκή φύση κρυμμένη μέσα στην ανθρώπινη φύση Του. Το έργο Του στην ουσία επιτελείται από την ολοκληρωμένη θεϊκή φύση Του, όχι από την ανθρώπινη φύση Του. Αλλά ο εκτελεστής του έργου είναι η σάρκα Του. Θα μπορούσε κάποιος να πει πως Εκείνος είναι και άνθρωπος και Θεός, διότι ο Θεός γίνεται ένας Θεός που ζει στην σάρκα, με ανθρώπινο κέλυφος και με ανθρώπινη, αλλά και θεϊκή ουσία. Επειδή Εκείνος είναι ένας άνθρωπος με την ουσία του Θεού, είναι πάνω από οποιονδήποτε δημιουργημένο άνθρωπο, πάνω από οποιονδήποτε άνθρωπο που μπορεί να εκτελέσει το έργο Του. Κι έτσι, μεταξύ όλων εκείνων που διαθέτουν ανθρώπινο κέλυφος σαν το δικό Του, μεταξύ όλων όσοι κατέχουν ανθρώπινη φύση, μόνο Εκείνος είναι ο ίδιος ο ενσαρκωμένος Θεός — όλοι οι υπόλοιποι είναι δημιουργημένοι άνθρωποι. Παρόλο που όλοι έχουν ανθρώπινη φύση, οι δημιουργημένοι άνθρωποι δεν έχουν τίποτε άλλο παρά ανθρώπινη φύση, ενώ ο ενσαρκωμένος Θεός είναι διαφορετικός: Μέσα στη σάρκα Του δεν περικλείει μόνο την ανθρώπινη, αλλά, ακόμη πιο σημαντικό, τη θεϊκή φύση. Την ανθρώπινη φύση Του μπορεί να τη δει κανείς στην εξωτερική ανθρώπινη εμφάνιση της σάρκας Του και στην καθημερινή Του ζωή, αλλά είναι δύσκολο να γίνει αντιληπτή η θεϊκή φύση Του. Επειδή η θεϊκή φύση Του εκφράζεται μόνο όταν έχει ανθρώπινη φύση και δεν είναι τόσο υπερφυσική όσο τη φαντάζονται οι άνθρωποι, είναι εξαιρετικά δύσκολο για τους ανθρώπους να τη δουν. Ακόμη και σήμερα, είναι εξαιρετικά δύσκολο για τους ανθρώπους να συλλάβουν την πραγματική ουσία του ενσαρκωμένου Θεού. Στην πραγματικότητα, ακόμα και αφού έχω μιλήσει για αυτή τόσο πολύ, υποθέτω ότι παραμένει ακόμα ένα μυστήριο για τους περισσότερους από εσάς. Το ζήτημα είναι πολύ απλό: Από τη στιγμή που ο Θεός ενσαρκώνεται, η ουσία Του είναι ένας συνδυασμός ανθρώπινης και θεϊκής φύσης. Αυτός ο συνδυασμός λέγεται ο ίδιος ο Θεός, ο ίδιος ο Θεός στη γη.
από «Η ουσία της σάρκας που κατοικείται από τον Θεό» στο βιβλίο «Ο Λόγος Ενσαρκώνεται»
Η ζωή που έζησε ο Ιησούς στη γη ήταν μια κανονική ζωή της σάρκας. Έζησε στην κανονική ανθρώπινη φύση της σάρκας Του. Η εξουσία Του —να εκτελεί το έργο Του και να προφέρει τον λόγο Του , ή να θεραπεύει τους ασθενείς και να εκβάλει τους δαίμονες, να κάνει τέτοια εξαιρετικά πράγματα— δεν εκδηλώθηκε μόνη της, ως επί το πλείστον, έως ότου ξεκίνησε η διακονία Του. Η ζωή Του πριν από την ηλικία των είκοσι εννέα, προτού πραγματοποιήσει τη διακονία Του, ήταν επαρκής απόδειξη ότι Εκείνος ήταν απλώς μια κανονική σάρκα. Για τον λόγο αυτόν, κι επειδή δεν είχε ξεκινήσει ακόμη να εκτελεί τη διακονία Του, οι άνθρωποι δεν είδαν τίποτα το θεϊκό σ’ Εκείνον, δεν είδαν τίποτα περισσότερο από ένα κανονικό ανθρώπινο ον, έναν συνηθισμένο άνθρωπο — όπως όταν εκείνο τον καιρό κάποιοι πίστευαν πως ήταν γιος του Ιωσήφ. Οι άνθρωποι πίστευαν πως ήταν ο γιος ενός συνηθισμένου ανθρώπου, δεν είχαν τρόπο να καταλάβουν πως ήταν ο ενσαρκωμένος Θεός. Ακόμα κι όταν, κατά τη διάρκεια της εκτέλεσης της διακονίας Του, πραγματοποίησε πολλά θαύματα, οι περισσότεροι άνθρωποι εξακολούθησαν να λένε πως ήταν γιος του Ιωσήφ, διότι ήταν ο Χριστός με το εξωτερικό κέλυφος της κανονικής ανθρώπινης φύσης. Τόσο η κανονική ανθρώπινη φύση όσο και το έργο Του υπήρξαν προκειμένου να εκπληρώσουν τη σημασία της πρώτης ενσάρκωσης, αποδεικνύοντας πως ο Θεός είχε εισέλθει πλήρως στη σάρκα, έχοντας γίνει ένας εντελώς συνηθισμένος άνθρωπος. Το ότι Εκείνος είχε κανονική ανθρώπινη φύση προτού ξεκινήσει το έργο Του ήταν απόδειξη πως ήταν μια συνηθισμένη σάρκα· και το ότι εργάστηκε αργότερα, επίσης αποδείκνυε πως ήταν συνηθισμένη σάρκα, διότι πραγματοποίησε σημεία και τέρατα, θεράπευσε αρρώστους και εξέβαλε δαίμονες όντας στη σάρκα με κανονική ανθρώπινη φύση. Ο λόγος που μπορούσε να πραγματοποιεί θαύματα ήταν ότι η σάρκα Του έφερε την εξουσία του Θεού, ήταν η σάρκα την οποία ενδύθηκε το Πνεύμα του Θεού. Κατείχε αυτήν την εξουσία λόγω του Πνεύματος του Θεού, και αυτό δεν σήμαινε πως Εκείνος δεν ήταν μια σάρκα. Η θεραπεία των αρρώστων και η εκβολή των δαιμόνων ήταν το έργο που χρειαζόταν να επιτελέσει κατά την εκτέλεση της διακονίας Του, μία έκφραση της θείας φύσης Του κρυμμένη μέσα στην ανθρώπινη φύση Του και, παρά τα σημεία που έδειξε ή τον τρόπο που επέδειξε την εξουσία Του, εξακολούθησε να ζει διαθέτοντας κανονική ανθρώπινη φύση και παραμένοντας κανονική σάρκα. Μέχρι τη στιγμή που αναστήθηκε αφού πέθανε επάνω στον σταυρό, Εκείνος κατοικούσε μέσα σε μια κανονική σάρκα. Η απονομή χάριτος, η θεραπεία των αρρώστων και η εκβολή των δαιμόνων ήταν όλα μέρος της διακονίας Του, ήταν όλα έργο που επιτέλεσε στην κανονική σάρκα Του. Πριν από τη σταύρωσή Του, Εκείνος ποτέ δεν άφησε την κανονική ανθρώπινη σάρκα Του, ανεξάρτητα από το τι έκανε. Ήταν ο ίδιος ο Θεός που πραγματοποιούσε το ίδιο το έργο του Θεού, ωστόσο, επειδή ήταν ο ενσαρκωμένος Θεός, έτρωγε τροφή και φορούσε ρούχα, είχε κανονικές ανθρώπινες ανάγκες, κανονική ανθρώπινη λογική και κανονικό ανθρώπινο νου. Όλα αυτά ήταν απόδειξη πως Εκείνος ήταν ένας κανονικός άνθρωπος, πως η σάρκα του ενσαρκωμένου Θεού ήταν μια σάρκα με κανονική ανθρώπινη φύση, κι όχι υπερφυσική.
από «Η ουσία της σάρκας που κατοικείται από τον Θεό» στο βιβλίο «Ο Λόγος Ενσαρκώνεται»
Η ανθρώπινη φύση του ενσαρκωμένου Θεού υπάρχει για να διατηρεί το κανονικό θείο έργο στη σάρκα· η κανονική ανθρώπινη σκέψη Του συντηρεί την κανονική ανθρώπινη φύση Του και όλες τις κανονικές ενσώματες δραστηριότητες Του. Θα μπορούσε κάποιος να πει πως η κανονική ανθρώπινη σκέψη Του υπάρχει, προκειμένου να συντηρεί όλο το έργο του Θεού στη σάρκα. Εάν αυτή η σάρκα δεν κατείχε έναν κανονικό ανθρώπινο νου, τότε ο Θεός δεν θα μπορούσε να εργαστεί στη σάρκα, και ό,τι χρειάζεται να κάνει στη σάρκα, δεν θα μπορούσε ποτέ να επιτευχθεί. Παρόλο που ο ενσαρκωμένος Θεός διαθέτει έναν κανονικό ανθρώπινο νου, το έργο Του δεν έχει νοθευτεί από την ανθρώπινη σκέψη. Εκείνος αναλαμβάνει το έργο στην ανθρώπινη φύση με κανονικό νου, με την προϋπόθεση πως κατέχει μια νοήμονα ανθρώπινη φύση, όχι με την άσκηση μιας κανονικής ανθρώπινης σκέψης. Ανεξάρτητα απ’ το πόσο μεγαλόπνοες είναι οι σκέψεις της σάρκας Του, το έργο Του δεν φέρει τη σφραγίδα της λογικής ή της σκέψης. Με άλλα λόγια, το έργο Του δεν έχει συλληφθεί από τον νου της σάρκας Του, αλλά είναι μια άμεση έκφραση του θείου έργου στην ανθρώπινη φύση Του. Όλο Του το έργο είναι η διακονία που πρέπει να εκπληρώσει, και τίποτα από αυτό δεν έχει σχεδιαστεί από τον εγκέφαλο Του. Για παράδειγμα, η θεραπεία των αρρώστων, η εκβολή των δαιμόνων και η σταύρωση δεν ήταν προϊόντα του ανθρώπινου νου Του, δεν θα μπορούσαν να επιτευχθούν από οποιονδήποτε άνθρωπο με ανθρώπινο νου. Ομοίως, το σημερινό έργο της κατάκτησης είναι μια διακονία που πρέπει να εκτελεστεί από τον ενσαρκωμένο Θεό, αλλά δεν είναι έργο ανθρώπινης θέλησης, είναι έργο που θα πρέπει να επιτελέσει η θεϊκή φύση Του, έργο για το οποίο κανένας σαρκικός άνθρωπος δεν είναι ικανός. Έτσι, ο ενσαρκωμένος Θεός πρέπει να διαθέτει έναν κανονικό ανθρώπινο νου, πρέπει να διαθέτει κανονική ανθρώπινη φύση, διότι πρέπει να εκτελέσει το έργο Του στην ανθρώπινη φύση με κανονικό νου. Αυτή είναι η ουσία του έργου του ενσαρκωμένου Θεού, η ίδια η ουσία του ενσαρκωμένου Θεού.
από «Η ουσία της σάρκας που κατοικείται από τον Θεό» στο βιβλίο «Ο Λόγος Ενσαρκώνεται»
Κατά το διάστημα που εργαζόταν ο Κύριος Ιησούς, οι άνθρωποι μπορούσαν να δουν πως ο Θεός είχε πολλές ανθρώπινες εκφράσεις. Για παράδειγμα, μπορούσε να χορέψει, να παραστεί σε γάμους, να κοινωνεί με τους ανθρώπους, να μιλά μαζί τους και να συζητά πράγματα μαζί τους. Πέρα από αυτό, ο Κύριος Ιησούς ολοκλήρωσε και πολύ έργο που αντιπροσώπευε τη θεϊκή Του φύση και, φυσικά, όλο αυτό το έργο ήταν μια έκφραση και μια αποκάλυψη της διάθεσης του Θεού. Κατά το διάστημα αυτό, όταν η θεϊκή φύση του Θεού υλοποιήθηκε σε μια κοινή σάρκα την οποία οι άνθρωποι μπορούσαν να δουν και να αγγίξουν, δεν ένιωθαν πια πως Αυτός τρεμόπαιζε και πως δεν μπορούσαν να έρθουν κοντά Του. Αντιθέτως, μπορούσαν να προσπαθήσουν να κατανοήσουν το θέλημα του Θεού ή να καταλάβουν τη θεϊκή Του φύση μέσα από την κάθε κίνηση, τον λόγο και το έργο του Υιού του ανθρώπου. Ο ενσαρκωμένος Υιός του ανθρώπου εξέφρασε τη θεϊκή φύση του Θεού μέσω της ανθρώπινης φύσης Του και μετέφερε το θέλημα του Θεού στην ανθρωπότητα. Επιπλέον, μέσα από την έκφραση του θελήματος και της διάθεσης του Θεού, αποκάλυψε επίσης στους ανθρώπους τον Θεό που δεν μπορούν να δουν ή να αγγίξουν στο πνευματικό βασίλειο. Αυτό που είδαν οι άνθρωποι ήταν ο Θεός ο ίδιος, υλικός, με σάρκα και οστά. Επομένως, ο ενσαρκωμένος Υιός του ανθρώπου έκανε απτά και εξανθρωπισμένα κάποια πράγματα, όπως την ίδια την ταυτότητα του Θεού, το κύρος, την εικόνα, τη διάθεσή Του και αυτό που Αυτός έχει και είναι. Παρόλο που η εξωτερική εμφάνιση του Υιού του ανθρώπου είχε μερικούς περιορισμούς όσον αφορά την εικόνα του Θεού, η ουσία Του και αυτό που Αυτός έχει και είναι, ήταν πλήρως ικανά να εκπροσωπούν την ίδια την ταυτότητα και το κύρος του Θεού· απλώς υπήρχαν μερικές διαφορές στη μορφή της έκφρασης. Είτε είναι η ανθρώπινη είτε η θεϊκή φύση του Υιού του ανθρώπου, δεν μπορούμε να αρνηθούμε πως Αυτός εκπροσωπούσε την ίδια την ταυτότητα και το κύρος του Θεού. Κατά το διάστημα αυτό, ωστόσο, ο Θεός εργαζόταν μέσω της σάρκας, μιλούσε από την οπτική της σάρκας και στεκόταν ενώπιον της ανθρωπότητας με την ταυτότητα και το κύρος του Υιού του ανθρώπου. Αυτό έδωσε στους ανθρώπους την ευκαιρία να συναντήσουν και να βιώσουν τον πραγματικό λόγο και το έργο του Θεού ανάμεσα στην ανθρωπότητα. Επιπλέον, επέτρεψε στους ανθρώπους να αποκτήσουν μια εικόνα της θεϊκής Του φύσης και του μεγαλείου Του εν μέσω ταπεινότητας, όπως και να αποκτήσουν μια πρώτη κατανόηση και έναν πρώτο ορισμό της αυθεντικότητας και της πραγματικότητας του Θεού. Αν και το έργο που ολοκληρώθηκε από τον Κύριο Ιησού, οι μέθοδοι εργασίας Του και η οπτική από την οποία Αυτός μιλούσε, διέφεραν από το αληθινό άτομο του Θεού στο πνευματικό βασίλειο, τα πάντα γύρω από Αυτόν αντιπροσώπευαν πραγματικά τον ίδιο τον Θεό που οι άνθρωποι δεν είχαν ξαναδεί — αυτό είναι αδιαμφισβήτητο! Αυτό σημαίνει πως, ανεξάρτητα από τη μορφή με την οποία εμφανίζεται ο Θεός, ανεξάρτητα από την οπτική από την οποία μιλά ή από την εικόνα με την οποία αντικρίζει την ανθρωπότητα, ο Θεός δεν αντιπροσωπεύει τίποτε άλλο παρά τον εαυτό Του. Δεν μπορεί να αντιπροσωπεύει κανέναν άνθρωπο· δεν μπορεί να αντιπροσωπεύει κανέναν διεφθαρμένο άνθρωπο. Ο Θεός είναι ο Θεός ο ίδιος, κι αυτό είναι αδιαμφισβήτητο.
από «Το έργο του Θεού, η διάθεση του Θεού και ο ίδιος ο Θεός Γ'» στο βιβλίο «Ο Λόγος Ενσαρκώνεται»
Παρόλο που η εμφάνιση του Θεού ενσαρκωμένου είναι ακριβώς ίδια μ’ αυτή του ανθρώπου, παρόλο που Αυτός μαθαίνει ανθρώπινη γνώση, μιλά τη γλώσσα των ανθρώπων, ενώ, μερικές φορές, εκφράζει ακόμα και τις ιδέες Του μέσω των μέσων ή των εκφράσεων της ανθρωπότητας, ο τρόπος που Αυτός βλέπει τους ανθρώπους και την ουσία των πραγμάτων, και ο τρόπος που βλέπουν οι διεφθαρμένοι άνθρωποι την ανθρωπότητα και την ουσία των πραγμάτων, σε καμία περίπτωση δεν είναι η ίδια. Η οπτική Του και το ύψος στο οποίο Αυτός στέκεται είναι κάτι το ανέφικτο για έναν διεφθαρμένο άνθρωπο. Αυτό συμβαίνει γιατί ο Θεός είναι η αλήθεια, η σάρκα που φορά κατέχει επίσης την ουσία του Θεού, και οι σκέψεις και αυτό που εκφράζεται από την ανθρώπινη φύση Του είναι επίσης η αλήθεια. Για τους διεφθαρμένους ανθρώπους, αυτά που Αυτός εκφράζει στη σάρκα είναι παροχές της αλήθειας και της ζωής. Οι παροχές αυτές δεν είναι μόνο για έναν άνθρωπο, αλλά για ολόκληρη την ανθρωπότητα. Κάθε διεφθαρμένος άνθρωπος έχει στην καρδιά του μόνο τους λίγους εκείνους ανθρώπους που σχετίζονται μ’ αυτόν. Έχει μόνο τους διάφορους εκείνους ανθρώπους για τους οποίους νοιάζεται, για τους οποίους ενδιαφέρεται. Όταν η καταστροφή είναι εν όψει, σκέφτεται πρώτα τα παιδιά του, τον ή τη σύζυγό του και τους γονείς του, ενώ ένας πιο φιλάνθρωπος θα σκεφτόταν το πολύ και κάποιον συγγενή ή κάποιον καλό φίλο· σκέφτεται κάποιον άλλο; Ποτέ! Επειδή οι άνθρωποι, εν τέλει, είναι άνθρωποι και μπορούν να βλέπουν τα πάντα μονάχα από την οπτική και από το ύψος του ανθρώπου. Ωστόσο, ο Θεός ενσαρκωμένος είναι τελείως διαφορετικός από έναν διεφθαρμένο άνθρωπο. Όσο κοινή, κανονική και ασήμαντη κι αν είναι η σάρκα του Θεού ενσαρκωμένου και όσο κι αν Τον περιφρονούν οι άνθρωποι, οι σκέψεις και η στάση Του προς την ανθρωπότητα είναι πράγματα που δεν μπορεί να κατέχει κανένας άνθρωπος και δεν μπορεί να μιμηθεί κανείς. Πάντα θα παρατηρεί την ανθρωπότητα από την οπτική της θεϊκής φύσης, από το ύψος της θέσης Του ως Δημιουργός. Πάντα θα βλέπει την ανθρωπότητα μέσα από την ουσία και τη νοοτροπία του Θεού. Σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να δει την ανθρωπότητα από το ύψος ενός μέσου ανθρώπου και από την οπτική ενός διεφθαρμένου ατόμου. Όταν οι άνθρωποι βλέπουν την ανθρωπότητα, τη βλέπουν με την ανθρώπινη όραση και χρησιμοποιούν σαν μέτρο πράγματα όπως την ανθρώπινη γνώση και τους ανθρώπινους κανόνες και θεωρίες. Αυτό είναι εντός του πλαισίου των όσων μπορούν να δουν οι άνθρωποι με τα μάτια τους· είναι εντός του πλαισίου που μπορούν να επιτύχουν οι διεφθαρμένοι άνθρωποι. Όταν ο Θεός βλέπει την ανθρωπότητα, τη βλέπει με θεϊκή όραση και χρησιμοποιεί σαν μέτρο την ουσία Του και αυτό που Αυτός έχει και είναι. Το πλαίσιο αυτό περιλαμβάνει πράγματα που δεν μπορούν να δουν οι άνθρωποι και εδώ είναι που διαφέρουν εξ ολοκλήρου ο Θεός ενσαρκωμένος και οι διεφθαρμένοι άνθρωποι. Η διαφορά αυτή καθορίζεται από τις διαφορετικές ουσίες των ανθρώπων και του Θεού, ενώ οι διαφορετικές αυτές ουσίες είναι που ορίζουν τις ταυτότητες και τις θέσεις τους, όπως και την οπτική και το ύψος, από τα οποία βλέπουν τα πράγματα.
από «Το έργο του Θεού, η διάθεση του Θεού και ο ίδιος ο Θεός Γ'» στο βιβλίο «Ο Λόγος Ενσαρκώνεται»
Ο ενσαρκωμένος Θεός ονομάζεται Χριστός και ο Χριστός είναι η σάρκα ντυμένη με το Πνεύμα του Θεού. Η σάρκα αυτή διαφέρει από κάθε άνθρωπο που είναι από σάρκα. Η διαφορά αυτή οφείλεται στο ότι ο Χριστός δεν είναι από σάρκα και αίμα, αντιθέτως είναι η ενσάρκωση του Πνεύματος. Διαθέτει και κανονική ανθρώπινη φύση, αλλά και ολοκληρωμένη θεϊκή φύση. Κανένας άνθρωπος δεν έχει τη θεϊκή Του φύση. Η κανονική ανθρώπινη φύση Του υποστηρίζει όλες τις κανονικές δραστηριότητές Του στη σάρκα, ενώ η θεϊκή Του φύση εκτελεί το έργο του Θεού του ίδιου. Και η ανθρώπινη αλλά και η θεϊκή Του φύση υποτάσσονται στο θέλημα του επουράνιου Πατέρα. Η υπόσταση του Χριστού είναι το Πνεύμα, δηλαδή η θεϊκή φύση. Επομένως, η υπόστασή Του είναι αυτή του Θεού του ίδιου. Η υπόσταση αυτή δε διακόπτει το ίδιο Του το έργο, ενώ ο ίδιος δε θα μπορούσε ποτέ να κάνει κάτι που θα κατέστρεφε το ίδιο Του το έργο, ούτε και θα ξεστόμιζε ποτέ λόγια που αντιτίθενται στο ίδιο Του το θέλημα. Επομένως, ο ενσαρκωμένος Θεός ουδέποτε θα εκτελούσε έργο που θα διέκοπτε την ίδια Του τη διαχείριση. Αυτό πρέπει να καταλάβουν όλοι οι άνθρωποι. Η ουσία του έργου του Αγίου Πνεύματος είναι η σωτηρία του ανθρώπου και γίνεται για χάρη της ίδιας της διαχείρισης του Θεού. Παρομοίως, το έργο του Χριστού είναι η σωτηρία του ανθρώπου και γίνεται για χάρη του θελήματος του Θεού. Δεδομένου ότι ο Θεός ενσαρκώνεται, υλοποιεί την υπόστασή Του εντός της σάρκας Του, έτσι ώστε η σάρκα Του να επαρκεί για να αναλάβει το έργο Του. Επομένως, ολόκληρο το έργο του Πνεύματος του Θεού αντικαθίσταται από το έργο του Χριστού κατά την περίοδο της ενσάρκωσης, ενώ στον πυρήνα όλου του έργου καθ’ όλη την περίοδο της ενσάρκωσης βρίσκεται το έργο του Χριστού. Δεν μπορεί να συνδυαστεί με το έργο οποιασδήποτε άλλης εποχής. Και εφόσον ο Θεός ενσαρκώνεται, εργάζεται υπό την ταυτότητα της σάρκας Του· εφόσον έρχεται στη σάρκα, τελειώνει στη σάρκα το έργο που οφείλει να εκτελέσει. Και το Πνεύμα του Θεού και ο Χριστός είναι ο Θεός ο ίδιος και Αυτός εκτελεί το έργο που οφείλει να εκτελεί και ασκεί τη διακονία που οφείλει να ασκεί.
Η ίδια η υπόσταση του Θεού έχει εξουσία, ωστόσο Αυτός είναι ικανός να υποταχθεί πλήρως στην εξουσία που προέρχεται από Αυτόν. Είτε πρόκειται για το έργο του Πνεύματος είτε για το έργο της σάρκας, κανένα από τα δύο δεν έρχεται σε σύγκρουση με το άλλο. Το Πνεύμα του Θεού είναι η εξουσία επί πάσης κτίσεως. Η σάρκα με την υπόσταση του Θεού κατέχει επίσης εξουσία, ωστόσο ο Θεός στη σάρκα μπορεί να εκτελέσει όλο το έργο που υπακούει στο θέλημα του επουράνιου Πατέρα. Αυτό δεν μπορεί να επιτευχθεί ή να συλληφθεί από οποιονδήποτε άνθρωπο. Ο Θεός ο ίδιος είναι εξουσία, ωστόσο η σάρκα Του μπορεί να υποταχθεί στην εξουσία Του. Αυτό είναι το εσωτερικό νόημα των λόγων: «Ο Χριστός υπακούει στο θέλημα του Θεού Πατέρα». Ο Θεός είναι Πνεύμα και μπορεί να εκτελέσει το έργο της σωτηρίας, όπως επίσης και να γίνει άνθρωπος. Όπως και να ‘χει, Ο Θεός ο ίδιος εκτελεί το δικό Του έργο. Δε διακόπτει, δεν επεμβαίνει και ούτε εκτελεί έργο που είναι αμοιβαία αντιφατικό, διότι η υπόσταση του έργου που εκτελείται από το Πνεύμα και τη σάρκα είναι όμοια. Είτε πρόκειται για το Πνεύμα είτε για τη σάρκα, και τα δύο εργάζονται για να εκπληρώσουν ένα θέλημα και να διαχειριστούν το ίδιο έργο. Παρόλο που το Πνεύμα και η σάρκα έχουν δύο διαφορετικές ιδιότητες, έχουν την ίδια υπόσταση· και τα δύο έχουν την υπόσταση του Θεού του ίδιου και την ταυτότητα του Θεού του ίδιου. Ο Θεός ο ίδιος δεν κατέχει κανένα στοιχείο παρακοής, καθώς η υπόστασή Του είναι καλή. Αποτελεί την έκφραση πάσης ομορφιάς και καλοσύνης, όπως και αγάπης. Ακόμη και στη σάρκα, ο Θεός δεν κάνει τίποτε που να παρακούει τον Θεό Πατέρα. Ακόμη κι αν σήμαινε πως θα θυσίαζε την ίδια Του τη ζωή, θα ήταν ολόψυχα πρόθυμος και δε θα έκανε άλλη επιλογή. Ο Θεός δεν κατέχει κανένα στοιχείο αυταρέσκειας και υπεροψίας, ούτε έπαρσης και αλαζονείας. Δεν έχει στοιχεία ατιμίας. Καθετί που δείχνει παρακοή στον Θεό προέρχεται από τον Σατανά, καθώς ο Σατανάς είναι η πηγή πάσης ασχήμιας και μοχθηρίας. Ο λόγος που ο άνθρωπος κατέχει ιδιότητες όμοιες με αυτές του Σατανά είναι γιατί ο άνθρωπος έχει διαφθαρεί και επεξεργαστεί από τον Σατανά. Ο Χριστός δεν έχει διαφθαρεί από τον Σατανά, συνεπώς κατέχει μόνο τα χαρακτηριστικά του Θεού και κανένα από αυτά του Σατανά. Ανεξάρτητα από το πόσο επίπονο είναι το έργο ή πόσο αδύναμη είναι η σάρκα, όσο ζει στη σάρκα ο Θεός, δε θα κάνει ποτέ τίποτε που θα διακόψει το έργο του Θεού του ίδιου, πόσο μάλλον να δείξει παρακοή και να απαρνηθεί το θέλημα του Θεού Πατέρα. Θα προτιμούσε να υποφέρει από πόνους της σάρκας παρά να πάει ενάντια στο θέλημα του Θεού Πατέρα. Είναι ακριβώς όπως είπε ο Ιησούς στην προσευχή: «Πάτερ, εάν ήναι δυνατόν, ας παρέλθη απ' εμού το ποτήριον τούτο: πλην ουχί ως εγώ θέλω, αλλ' ως συ». Ο άνθρωπος θα επιλέξει, αλλά ο Χριστός όχι. Παρόλο που έχει την ταυτότητα του Θεού του ίδιου, εξακολουθεί να αναζητά το θέλημα του Θεού Πατέρα και εκπληρώνει ό,τι Του έχει αναθέσει ο Θεός Πατέρας από τη σκοπιά της σάρκας. Αυτό είναι κάτι ανέφικτο για τον άνθρωπο. Ό,τι προέρχεται από τον Σατανά δεν μπορεί να έχει την υπόσταση του Θεού, παρά μόνο υπόσταση που παρακούει και αντιστέκεται στον Θεό. Δεν μπορεί να υπακούσει ολοκληρωτικά στον Θεό, πόσο μάλλον να υπακούσει πρόθυμα στο θέλημα του Θεού. Όλοι οι άνθρωποι εκτός του Χριστού μπορούν να κάνουν οτιδήποτε αντιστέκεται στον Θεό και ουδείς μπορεί να αναλάβει απευθείας το έργο που έχει ανατεθεί από τον Θεό, καθώς ουδείς είναι ικανός να εκλάβει τη διαχείριση του Θεού ως δικό του καθήκον προς εκτέλεση. Η υποταγή στο θέλημα του Θεού Πατέρα είναι η υπόσταση του Χριστού, ενώ η παρακοή στον Θεό είναι χαρακτηριστικό του Σατανά. Αυτές οι δύο ιδιότητες είναι ασύμβατες και όποιος έχει ιδιότητες του Σατανά δεν μπορεί να λέγεται Χριστός. Ο λόγος που ο άνθρωπος δεν μπορεί να εκτελέσει το έργο του Θεού στη θέση Του είναι γιατί ο άνθρωπος δεν κατέχει καθόλου την υπόσταση του Θεού. Ο άνθρωπος εργάζεται για τον Θεό προς όφελος των δικών του προσωπικών συμφερόντων και των μελλοντικών του προσδοκιών, αλλά ο Χριστός εργάζεται για να κάνει το θέλημα του Θεού Πατέρα.
από «Η υπόσταση του Χριστού είναι η υποταγή στο θέλημα του Επουράνιου Πατέρα» στο βιβλίο «Ο Λόγος Ενσαρκώνεται»
Η ανθρώπινη φύση του Χριστού κυβερνάται από τη θεϊκή Του φύση. Παρόλο που βρίσκεται στη σάρκα, η ανθρώπινη φύση Του δεν είναι εξ ολοκλήρου όπως αυτή του ανθρώπου της σάρκας. Έχει τον δικό Του μοναδικό χαρακτήρα που επίσης κυβερνάται από τη θεϊκή Του φύση. Η θεϊκή Του φύση δεν έχει αδυναμία. Η αδυναμία του Χριστού αναφέρεται στην ανθρώπινη φύση Του. Σε κάποιο βαθμό, η αδυναμία αυτή περιορίζει τη θεϊκή Του φύση, αλλά τέτοιοι περιορισμοί υπάρχουν σε συγκεκριμένο πεδίο και χρόνο και δεν είναι απεριόριστοι. Όταν έρχεται η ώρα να εκτελέσει το έργο της θεϊκής Του φύσης, το κάνει ανεξάρτητα από την ανθρώπινη φύση Του. Η ανθρώπινη φύση του Χριστού ελέγχεται εξ ολοκλήρου από τη θεϊκή Του φύση. Εκτός από την κανονική ζωή της ανθρώπινης φύσης Του, όλες οι λοιπές ενέργειες της ανθρώπινης φύσης Του επηρεάζονται, ελέγχονται και δέχονται την επίδραση της θεϊκής Του φύσης. Παρόλο που ο Χριστός έχει ανθρώπινη φύση, αυτή δε διαταράσσει το έργο της θεϊκής Του φύσης. Αυτό συμβαίνει ακριβώς επειδή η ανθρώπινη φύση του Χριστού ελέγχεται από τη θεϊκή Του φύση. Παρόλο που η ανθρώπινη φύση Του δεν είναι ώριμη όσον αφορά τη συμπεριφορά Του προς τους άλλους, δεν επηρεάζει το κανονικό έργο της θεϊκής Του φύσης. Όταν λέω πως η ανθρώπινη φύση Του δεν έχει διαφθαρεί, εννοώ πως η ανθρώπινη φύση του Χριστού μπορεί να ελέγχεται άμεσα από τη θεϊκή Του φύση και πως Αυτός διακατέχεται από ανώτερη σύνεση απ’ ό,τι ο απλός άνθρωπος. Η ανθρώπινη φύση Του ενδείκνυται να ελέγχεται από τη θεϊκή Του φύση στο έργο Του, ενώ είναι ικανότατη να εκφράζει το έργο της θεϊκής φύσης, όπως και ικανότατη να παραδίνεται σε τέτοιο έργο. Όταν ο Θεός εργάζεται στη σάρκα, ποτέ δε χάνει το καθήκον που ο άνθρωπος στη σάρκα οφείλει να εκπληρώσει. Είναι ικανός να λατρεύει τον Θεό στον ουρανό με αληθινή καρδιά. Έχει την ουσία του Θεού, ενώ η ταυτότητα Του είναι αυτή του Θεού του ίδιου. Απλώς έχει έρθει στη γη κι έχει γίνει δημιουργημένο ον, με το εξωτερικό περίβλημα ενός δημιουργημένου όντος και πλέον διακατέχεται από μια ανθρώπινη φύση που δεν είχε πρότερα. Είναι ικανός να λατρεύει τον Θεό στον ουρανό. Αυτό είναι το Είναι του ίδιου του Θεού, κάτι αμίμητο για τον άνθρωπο. Η ταυτότητά Του είναι ο Θεός ο ίδιος. Λατρεύει τον Θεό από την οπτική της σάρκας, επομένως τα λόγια «ο Χριστός λατρεύει τον Θεό στον ουρανό» δεν είναι λανθασμένα. Αυτό που ζητά από τον άνθρωπο είναι ακριβώς το ίδιο Του το Είναι. Έχει ήδη επιτύχει όσα Αυτός ζητάει από τον άνθρωπο πριν του τα ζητήσει. Δε θα απαιτούσε ποτέ από τους άλλους κάτι το οποίο δεν απαιτούσε από τον ίδιο, γιατί αυτό απαρτίζει το Είναι Του. Ανεξάρτητα από το πώς εκτελεί το έργο Του, δε θα ενεργούσε με τρόπο που δείχνει παρακοή στον Θεό. Ό,τι κι αν ζητά από τον άνθρωπο, καμία απαίτηση δεν ξεπερνά αυτό που είναι επιτεύξιμο από τον άνθρωπο. Το μόνο που κάνει είναι να κάνει το θέλημα του Θεού και το κάνει για χάρη της δικής Του διαχείρισης. Η θεϊκή φύση του Χριστού είναι ανώτερη από κάθε άνθρωπο, επομένως Αυτός είναι η ανώτερη εξουσία όλων των δημιουργημένων όντων. Η εξουσία αυτή είναι η θεϊκή Του φύση, δηλαδή η διάθεση και το Είναι του Θεού του ίδιου, κάτι που καθορίζει την ταυτότητά Του. Επομένως, ανεξάρτητα από το πόσο κανονική είναι η ανθρώπινη φύση Του, είναι αδιαμφισβήτητο πως έχει την ταυτότητα του Θεού του ίδιου· ανεξάρτητα από την οπτική από την οποία μιλάει και από το πώς υπακούει στο θέλημα του Θεού, δεν μπορεί να ειπωθεί πως δεν είναι ο Θεός ο ίδιος.
από «Η υπόσταση του Χριστού είναι η υποταγή στο θέλημα του Επουράνιου Πατέρα» στο βιβλίο «Ο Λόγος Ενσαρκώνεται»
Ο λόγος του Θεού συνεχίζεται, και χρησιμοποιεί διάφορες μεθόδους και οπτικές για να μας προειδοποιεί για το τι να πράξουμε και να εκφράσει τη φωνή της καρδιάς Του. Τα λόγια Του φέρουν ζωοδόχο δύναμη και μας δείχνουν πώς πρέπει να βαδίσουμε και μας βοηθούν να καταλάβουμε ποια είναι η αλήθεια. Τα λόγια Του αρχίζουν να μας έλκουν, αρχίζουμε να εστιάζουμε στον τόνο και τον τρόπο της ομιλίας Του και υποσυνείδητα αρχίζουμε να ενδιαφερόμαστε για τη φωνή της καρδιάς αυτού του συνηθισμένου ανθρώπου. Κάνει επίπονες προσπάθειες για εμάς, χάνει τον ύπνο και την όρεξή Του για εμάς, κλαίει για εμάς, αναστενάζει για εμάς, υποφέρει στη νόσο για εμάς, ταπεινώνεται για χάρη του προορισμού και της σωτηρίας μας κι η καρδιά Του αιμορραγεί και δακρύζει για την αναισθησία και την επαναστατικότητά μας. Αυτό που έχει και είναι υπερβαίνει έναν συνηθισμένο άνθρωπο και δεν μπορεί να αποκτηθεί ούτε να επιτευχθεί από οποιονδήποτε διεφθαρμένο. Επιδεικνύει ανοχή και υπομονή που δεν κατέχει κανείς συνηθισμένος άνθρωπος και την αγάπη Του δεν την έχει κανένα ον σε όλη την πλάση. Κανείς άλλος εκτός από Αυτόν δεν μπορεί να ξέρει όλες τις σκέψεις μας ή να έχει τέτοια κατανόηση για τη φύση και την ουσία μας ή να κρίνει την επαναστατικότητα και τη διαφθορά της ανθρωπότητας ή να μας μιλάει και να εργάζεται ανάμεσά μας για λογαριασμό του επουράνιου Θεού. Κανείς, εκτός από Αυτόν, δεν μπορεί να κατέχει την εξουσία, τη σοφία και την υπεροχή του Θεού. Η διάθεση του Θεού και αυτό που έχει και είναι εκπέμπονται, εξ ολοκλήρου, από Αυτόν. Κανείς εκτός από Αυτόν δεν μπορεί να μας δείξει την οδό και να μας φέρει το φως. Κανείς εκτός από Αυτόν δεν μπορεί να αποκαλύψει τα μυστήρια που ο Θεός δεν έχει φανερώσει από τη δημιουργία μέχρι σήμερα. Κανείς εκτός από Αυτόν δεν μπορεί να μας σώσει από τα δεσμά του Σατανά και τη διεφθαρμένη διάθεσή μας. Εκπροσωπεί τον Θεό και εκφράζει την φωνή της καρδιάς του Θεού, την ενθάρρυνση του Θεού και την κρίση του Θεού προς όλη την ανθρωπότητα. Αυτός έχει ξεκινήσει μια νέα εποχή, μια νέα περίοδο, και έφερε νέο ουρανό και γη, νέο έργο και μας έφερε ελπίδα και τερμάτισε το μάταιο βίο που διήγαμε και μας επέτρεψε να δούμε καθαρά την οδό της σωτηρίας. Έχει κατακτήσει ολόκληρη την ύπαρξή μας και κέρδισε την καρδιά μας. Από εκείνη τη στιγμή και εφεξής, το μυαλό μας αποκτά συνείδηση και το πνεύμα μας φαίνεται να αναζωογονείται: Αυτός ο συνηθισμένος, ασήμαντος άνθρωπος, που ζει ανάμεσα μας και έχει εδώ και καιρό βιώσει την απόρριψή μας - δεν είναι άραγε ο Κύριος Ιησούς, ο οποίος είναι πάντα στις σκέψεις μας, και τον οποίον εμείς λαχταρούμε νύχτα μέρα; Ιδού Αυτός! Ιδού όντως Αυτός! Είναι ο Θεός μας! Είναι η αλήθεια, η οδός και η ζωή!
από «Ιδού η εμφάνιση του Θεού με την κρίση και την παίδευσή Του» στο βιβλίο «Ο Λόγος Ενσαρκώνεται»
Η σάρκα που ενδύθηκε το Πνεύμα του Θεού είναι η ίδια η σάρκα του Θεού. Το Πνεύμα του Θεού είναι υπέρτατο· Αυτός είναι παντοδύναμος, άγιος και δίκαιος. Με τον ίδιο τρόπο, η σάρκα Του είναι επίσης ανώτατη, παντοδύναμη, άγια και δίκαιη. Μια τέτοια σάρκα είναι μόνο σε θέση να πράξει αυτό που είναι δίκαιο και ωφέλιμο για την ανθρωπότητα, που είναι άγιο, ένδοξο και ισχυρό, και είναι ανίκανη να πράξει κάτι που να παραβιάζει την αλήθεια ή την ηθική και τη δικαιοσύνη, πόσο μάλλον οτιδήποτε που να προδίδει το Πνεύμα του Θεού. Το Πνεύμα του Θεού είναι άγιο κι έτσι η σάρκα Του δεν διαφθείρεται από τον Σατανά. Η σάρκα Του είναι από μια διαφορετική ουσία από τη σάρκα του ανθρώπου. Διότι είναι ο άνθρωπος, όχι ο Θεός, που διαφθείρεται από τον Σατανά· ο Σατανάς δε θα μπορούσε να διαφθείρει τη σάρκα του Θεού. Έτσι, παρά το γεγονός ότι ο άνθρωπος και ο Χριστός κατοίκησαν στον ίδιο χώρο, μόνο τον άνθρωπο κυρίευσε, χρησιμοποίησε και παγίδευσε ο Σατανάς. Αντιθέτως, ο Χριστός παραμένει αιώνια αδιαπέραστος από τη διαφθορά του Σατανά, γιατί ο Σατανάς δε θα είναι ποτέ ικανός να ανυψωθεί στον υψηλότερο τόπο και ποτέ δε θα είναι ικανός να πλησιάσει τον Θεό.
από «Ένα πολύ σοβαρό πρόβλημα: η προδοσία (2)» στο βιβλίο «Ο Λόγος Ενσαρκώνεται»
Ο Θεός μπορεί να σώσει τον διεφθαρμένο άνθρωπο από την επιρροή του Σατανά, αλλά αυτό το έργο δεν μπορεί να επιτευχθεί άμεσα από το Πνεύμα του Θεού. Αντιθέτως, μπορεί να γίνει μόνο από τη σάρκα που ενδύεται το Πνεύμα του Θεού, δηλαδή από την ενσάρκωση του Θεού. Αυτή η σάρκα είναι άνθρωπος αλλά και Θεός, είναι ένας άνθρωπος που κατέχει κανονική ανθρώπινη φύση κι επίσης ο Θεός που κατέχει πλήρη θεϊκή φύση. Κι έτσι, ακόμα κι αν αυτή η σάρκα δεν είναι το Πνεύμα του Θεού και διαφέρει πολύ από το Πνεύμα, εξακολουθεί να είναι ο ίδιος ο ενσαρκωμένος Θεός που σώζει τον άνθρωπο, ο οποίος είναι το Πνεύμα και η σάρκα μαζί. Ανεξάρτητα από το πώς Τον αποκαλούμε, τελικά είναι ο ίδιος ο Θεός, ο οποίος σώζει την ανθρωπότητα. Διότι το Πνεύμα του Θεού είναι αδιαίρετο από τη σάρκα και το έργο της σάρκας είναι επίσης το έργο του Πνεύματος του Θεού. Μόνο που απλώς αυτό το έργο δεν γίνεται με την ταυτότητα του Πνεύματος, αλλά γίνεται χρησιμοποιώντας την ταυτότητα της σάρκας.
από «Η διεφθαρμένη ανθρωπότητα έχει περισσότερο ανάγκη τη σωτηρία του ενσαρκωμένου Θεού» στο βιβλίο «Ο Λόγος Ενσαρκώνεται»
Ο ίδιος ο πρακτικός Θεός, για τον οποίο γίνεται λόγος σήμερα, εργάζεται και στην ανθρώπινη, αλλά και στη θεϊκή φύση. Μέσω της εμφάνισης του πρακτικού Θεού, επιτυγχάνεται το κανονικό ανθρώπινο έργο και η ζωή Του, καθώς και το απόλυτα θεϊκό Του έργο. Η ανθρώπινη και η θεϊκή Του φύση συνδυάζονται σε μία, ενώ το έργο και των δύο[a] επιτελείται μέσω του λόγου· είτε πρόκειται για την ανθρώπινη είτε για τη θεϊκή φύση, Αυτός αρθρώνει λόγο. Όταν ο Θεός εργάζεται στην ανθρώπινη φύση, μιλά τη γλώσσα της ανθρώπινης φύσης, έτσι ώστε οι άνθρωποι να ασχοληθούν και να καταλάβουν. Ο λόγος που εκφέρει είναι απλός και ευκολονόητος, έτσι ώστε να μπορεί να διατεθεί σε όλους τους ανθρώπους· ανεξάρτητα από το αν οι άνθρωποι αυτοί κατέχουν γνώσεις ή έχουν χαμηλό μορφωτικό επίπεδο, όλοι τους μπορούν να δεχτούν τον λόγο του Θεού. Το έργο του Θεού στη θεϊκή φύση εκτελείται επίσης μέσω του λόγου, αλλά είναι γεμάτο πρόνοια και ζωή, είναι ακηλίδωτο από ανθρώπινες ιδέες, δεν περιλαμβάνει ανθρώπινες προτιμήσεις, δεν έχει ανθρώπινους περιορισμούς, είναι εκτός των ορίων οποιασδήποτε κανονικής ανθρώπινης φύσης και, ενώ εκτελείται κι αυτό στη σάρκα, είναι η άμεση έκφραση του Πνεύματος. Αν οι άνθρωποι δεχτούν μόνο το έργο του Θεού στην ανθρώπινη φύση, τότε θα περιορίσουν τους εαυτούς τους σε ένα συγκεκριμένο πεδίο και θα χρειάζονται διηνεκή αντιμετώπιση, κλάδεμα και πειθαρχεία, ώστε να υπάρξει ακόμα και η παραμικρή αλλαγή μέσα τους. Χωρίς το έργο ή την παρουσία του Αγίου Πνεύματος, ωστόσο, θα προσφεύγουν πάντα στις συνήθειες του παρελθόντος· μόνο μέσω του έργου της θεϊκής φύσης μπορούν να διορθωθούν αυτά τα προβλήματα και τα ελαττώματα και μόνο τότε μπορούν να ολοκληρωθούν οι άνθρωποι. Αντί για διαρκή αντιμετώπιση και κλάδεμα, αυτό που απαιτείται είναι θετική πρόνοια, η χρήση του λόγου για να αντισταθμίσει όλες τις ελλείψεις, η χρήση του λόγου για να αποκαλύψει την κάθε κατάσταση των ανθρώπων, η χρήση του λόγου για να κατευθύνει τις ζωές τους, την κάθε τους λέξη, την κάθε τους πράξη, για να ξεγυμνώσει τις προθέσεις και τα κίνητρά τους. Αυτό είναι το αληθινό έργο του πρακτικού Θεού. Έτσι, στη στάση σου προς τον πρακτικό Θεό, πρέπει να υποτάσσεσαι στην ανθρώπινη φύση Του, να Τον αναγνωρίζεις και να Τον παραδέχεσαι και, επιπλέον, να δέχεσαι και να υπακούς στο θεϊκό έργο και λόγο. Η εμφάνιση του Θεού στη σάρκα σημαίνει πως το σύνολο του έργου και του λόγου του Πνεύματος του Θεού εκτελείται μέσω της κανονικής ανθρώπινης φύσης Του και μέσω της ενσαρκωμένης σάρκας Του. Με άλλα λόγια, το Πνεύμα του Θεού κατευθύνει το ανθρώπινο έργο Του και εκτελεί το έργο της θεϊκής φύσης στη σάρκα, ενώ στον ενσαρκωμένο Θεό μπορείς να δεις και το έργο του Θεού στην ανθρώπινη φύση, αλλά και το απόλυτα θεϊκό έργο· αυτή είναι η ακόμη πιο πρακτική σημασία της εμφάνισης του Θεού στη σάρκα. Αν μπορείς να το δεις αυτό καθαρά, θα είσαι ικανός να συνδέσεις τα διάφορα μέρη του Θεού και θα πάψεις να δίνεις υπερβολική προσοχή στο έργο Του στη θεϊκή φύση και να είσαι υπερβολικά απαξιωτικός προς το έργο Του στην ανθρώπινη φύση, δεν θα φτάνεις στα άκρα και ούτε θα κάνεις παρακάμψεις. Γενικά, το νόημα του πρακτικού Θεού είναι πως το έργο της ανθρώπινης και της θεϊκής Του φύσης, όπως κατευθύνεται από το Πνεύμα, εκφράζεται μέσω της σάρκας Του, έτσι ώστε να μπορέσουν να δουν οι άνθρωποι πως Αυτός είναι δραστήριος και ζωντανός και αληθινός και πραγματικός.
από «Πρέπει να ξέρεις πως ο πρακτικός Θεός είναι ο ίδιος ο Θεός» στο βιβλίο «Ο Λόγος Ενσαρκώνεται»
Δείτε επίσης: