Μενού

Επόμενο

Καθημερινά λόγια του Θεού: Γνωρίζοντας τον Θεό | Απόσπασμα 36

91 28/10/2023

Ο Θεός πρέπει να καταστρέψει τα Σόδομα (Επιλεγμένα εδάφια)

Γένεση 18:26 Είπε δε Ιεχωβά, Εάν εύρω εν Σοδόμοις πεντήκοντα δικαίους εν τη πόλει, θέλω συγχωρήσει εις πάντα τον τόπον δι’ αυτούς.

Γένεση 18:29 Και προσέθεσεν έτι ο Αβραάμ να λαλήση προς αυτόν, και είπεν, Εάν ευρεθώσιν εκεί τεσσαράκοντα; Και είπε, Δεν θέλω απολέσει αυτήν χάριν των τεσσαράκοντα.

Γένεση 18:30 Και είπεν ο Αβραάμ· εάν ευρεθώσιν εκεί τριάκοντα; Και είπε, Δεν θέλω απολέσει αυτήν εάν εύρω εκεί τριάκοντα.

Γένεση 18:31 Και είπεν ο Αβραάμ· εάν ευρεθώσιν εκεί είκοσι; και είπε, Δεν θέλω απολέσει αυτήν χάριν των είκοσι.

Γένεση 18:32 Και είπεν ο Αβραάμ· εάν ευρεθώσιν εκεί δέκα; και είπε, Δεν θέλω απολέσει αυτήν χάριν των δέκα.

Ο Θεός ενδιαφέρεται μόνο για όσους είναι σε θέση να υπακούσουν τα λόγια Του και να ακολουθήσουν τις εντολές Του

Τα παραπάνω εδάφια περιέχουν πολλές λέξεις κλειδιά: αριθμούς. Κατ’ αρχάς, ο Ιεχωβά Θεός είπε ότι αν έβρισκε πενήντα δίκαιους ανθρώπους μέσα στην πόλη, τότε θα έδειχνε έλεος σε ολόκληρη την πόλη, τουτέστιν δεν θα κατέστρεφε την πόλη. Οπότε υπήρχαν, όντως, πενήντα δίκαιοι άνθρωποι στα Σόδομα; Όχι, δεν υπήρχαν! Κατόπιν, τι είπε ο Αβραάμ στον Θεό; Είπε: Εάν ευρεθώσιν εκεί τεσσαράκοντα; Και ο Θεός είπε: Δεν θέλω απολέσει αυτήν χάριν των τεσσαράκοντα. Έπειτα, ο Αβραάμ είπε: Εάν ευρεθώσιν εκεί τριάκοντα; Και ο Θεός είπε: Δεν θέλω απολέσει αυτήν χάριν των τριάκοντα. Εάν ευρεθώσιν εκεί είκοσι; Δεν θέλω απολέσει αυτήν χάριν των είκοσι. Δέκα; Δεν θέλω απολέσει αυτήν χάριν των δέκα. Υπήρχαν, όντως, δέκα δίκαιοι άνθρωποι μέσα στην πόλη; Δεν υπήρχαν δέκα —αλλά υπήρχε ένας. Και ποιος ήταν αυτός; Ήταν ο Λωτ. Την εποχή εκείνη, υπήρχε μόνο ένας δίκαιος άνθρωπος στα Σόδομα, αλλά μήπως ο Θεός ήταν πολύ αυστηρός ή απαιτητικός όταν κατέληξε σ’ αυτόν τον αριθμό; Όχι, δεν ήταν! Οπότε, όταν ο άνθρωπος συνέχιζε να ρωτάει: «Κι αν είναι σαράντα;» «Κι αν είναι τριάντα;» ώσπου να καταλήξει στο «Κι αν είναι δέκα;» Ο Θεός είπε: «Ακόμη και αν υπήρχαν μόνο δέκα, δεν θα κατέστρεφα την πόλη. Θα έδειχνα έλεος στην πόλη και θα συγχωρούσα κι όλους τους άλλους». Δέκα θα ήταν αρκετά θλιβερός αριθμός, αλλά αποδείχθηκε ότι, στην πραγματικότητα, δεν υπήρχαν ούτε καν τόσοι δίκαιοι άνθρωποι στα Σόδομα. Βλέπεις, λοιπόν, ότι στα μάτια του Θεού η αμαρτία και η κακία των κατοίκων της πόλης είχε λάβει τέτοια έκταση, ώστε ο Θεός δεν είχε άλλη επιλογή παρά να τους καταστρέψει. Τι εννοούσε ο Θεός όταν είπε ότι δεν θα κατέστρεφε την πόλη εάν υπήρχαν πενήντα δίκαιοι άνθρωποι; Αυτοί οι αριθμοί δεν ήταν σημαντικοί για τον Θεό. Αυτό που ήταν σημαντικό ήταν το αν η πόλη περιλάμβανε όσους δίκαιους ανθρώπους Αυτός ήθελε. Εάν η πόλη είχε μόνο έναν δίκαιο άνθρωπο, ο Θεός δεν θα τον άφηνε να πάθει κακό επειδή θα κατέστρεφε την πόλη. Αυτό σημαίνει ότι, ανεξάρτητα από το αν ο Θεός επρόκειτο να καταστρέψει την πόλη ή όχι, και ανεξάρτητα από το πόσοι δίκαιοι άνθρωποι βρίσκονταν εκεί, ο Θεός θεωρούσε αυτή την αμαρτωλή πόλη καταραμένη και απεχθή, και έπρεπε να καταστραφεί, να εξαφανιστεί από τα μάτια του Θεού, ενώ οι δίκαιοι θα έπρεπε να επιζήσουν. Ανεξάρτητα από την εποχή, ανεξάρτητα από το στάδιο της εξέλιξης της ανθρωπότητας, η στάση του Θεού παραμένει αναλλοίωτη: μισεί την κακία και φροντίζει όσους είναι δίκαιοι στα μάτια Του. Αυτή η σαφής στάση του Θεού είναι επίσης η αληθινή αποκάλυψη της υπόστασης του Θεού. Επειδή δεν υπήρχε παρά μόνο ένας δίκαιος άνθρωπος μέσα στην πόλη, ο Θεός δεν δίσταζε πια. Το τελικό αποτέλεσμα ήταν ότι τα Σόδομα αναπόφευκτα θα καταστρέφονταν. Τι καταλαβαίνετε από τα παραπάνω; Εκείνη την εποχή, ο Θεός δεν θα κατέστρεφε μια πόλη αν υπήρχαν πενήντα δίκαιοι σ’ αυτή, ούτε αν υπήρχαν δέκα, πράγμα που σημαίνει ότι ο Θεός θα αποφάσιζε να συγχωρήσει και να είναι ανεκτικός απέναντι στην ανθρωπότητα ή θα επιτελούσε το έργο της καθοδήγησης, εξαιτίας των λίγων ανθρώπων που ήταν σε θέση να έχουν φόβο Θεού και να Τον λατρεύουν. Ο Θεός τρέφει μεγάλη εκτίμηση για τα δίκαια έργα του ανθρώπου, τρέφει μεγάλη εκτίμηση σε όσους είναι σε θέση να Τον λατρέψουν και τρέφει μεγάλη εκτίμηση σε όσους είναι σε θέση να κάνουν καλά έργα ενώπιόν Του.

Από τις απαρχές του χρόνου μέχρι σήμερα, έχετε διαβάσει ποτέ στη Βίβλο ότι ο Θεός επικοινώνησε την αλήθεια, ή μίλησε για την οδό του Θεού, σε οποιοδήποτε άνθρωπο; Όχι, ποτέ. Τα λόγια του Θεού προς τον άνθρωπο, τα οποία διαβάζουμε, έλεγαν στους ανθρώπους μόνο τι να κάνουν. Κάποιοι πήγαν και τα έκαναν, κάποιοι όχι. Κάποιοι πίστευαν, και κάποιοι όχι. Αυτό ήταν όλο. Συνεπώς, οι δίκαιοι εκείνης της εποχής —όσοι ήταν δίκαιοι στα μάτια του Θεού— ήταν απλώς όσοι μπορούσαν να ακούσουν τα λόγια του Θεού και να ακολουθήσουν τις εντολές του Θεού. Ήταν υπηρέτες που εφάρμοζαν τα λόγια του Θεού ανάμεσα στους ανθρώπους. Θα μπορούσαν οι άνθρωποι αυτοί να αποκαλεστούν ως αυτοί που γνωρίζουν τον Θεό; Θα μπορούσαν να αποκαλεστούν ως άνθρωποι που οδηγήθηκαν στην τελείωση από τον Θεό; Όχι, δεν θα μπορούσαν. Άρα, ανεξάρτητα από τον αριθμό τους, στα μάτια του Θεού ήταν αυτοί οι δίκαιοι άνθρωποι άξιοι να αποκαλούνται έμπιστοι του Θεού; Θα μπορούσαν να αποκαλεστούν μάρτυρες του Θεού; Φυσικά και όχι! Σίγουρα δεν ήταν άξιοι να αποκαλούνται έμπιστοι και μάρτυρες του Θεού. Άρα, πώς τους αποκαλεί ο Θεός αυτούς τους ανθρώπους; Στην Αγία Γραφή, ως τα εδάφια της Γραφής που έχουμε ήδη διαβάσει, υπάρχουν πολλές περιπτώσεις που ο Θεός τους αποκαλεί «οι υπηρέτες Μου». Τουτέστιν, εκείνη την εποχή, στα μάτια του Θεού αυτοί οι δίκαιοι άνθρωποι ήταν οι υπηρέτες του Θεού, ήταν οι άνθρωποι που Τον υπηρετούσαν στη γη. Και πώς σκέφτηκε ο Θεός αυτή την ονομασία; Γιατί τους αποκαλούσε έτσι; Έχει ο Θεός κανόνες για το κατά πώς αποκαλεί τους ανθρώπους στην καρδιά Του; Σίγουρα έχει. Ο Θεός έχει κανόνες, ανεξάρτητα από το αν αποκαλεί τους ανθρώπους δίκαιους, τέλειους, έντιμους ή υπηρέτες. Όταν αποκαλεί κάποιον υπηρέτη Του, πιστεύει ακλόνητα ότι αυτός ο άνθρωπος είναι σε θέση να δεχθεί τους αγγελιοφόρους Του, να ακολουθήσει τις εντολές Του και να εκπληρώσει αυτό που διέταξαν οι αγγελιοφόροι. Και τι εκπληρώνει αυτό το άτομο; Αυτό που ο Θεός διατάζει τον άνθρωπο να κάνει και να εκπληρώσει στη γη. Εκείνη την εποχή, θα μπορούσε αυτό που ο Θεός ζήτησε από τον άνθρωπο να κάνει και να εκπληρώσει στη γη να αποκαλεστεί οδός του Θεού; Όχι, δεν θα μπορούσε. Διότι εκείνον τον καιρό, ο Θεός ζήτησε μόνο από τον άνθρωπο να κάνει κάποια απλά πράγματα. Έδωσε μερικές απλές εντολές, λέγοντας στον άνθρωπο να κάνει μόνο το τάδε ή το δείνα, και τίποτα περισσότερο. Ο Θεός εργαζόταν σύμφωνα με το σχέδιό Του. Επειδή τότε δεν υπήρχαν ακόμα πολλές προϋποθέσεις, οι συνθήκες δεν είχαν ακόμα ωριμάσει και ήταν δύσκολο για την ανθρωπότητα να εκπληρώσει την οδό του Θεού, οπότε η οδός του Θεού δεν είχε αρχίσει να φανερώνεται από την καρδιά του Θεού. Ο Θεός έβλεπε τους δίκαιους ανθρώπους για τους οποίους μίλησε, τους οποίους βλέπουμε εδώ —είτε ήταν τριάντα είτε είκοσι— ως υπηρέτες Του. Όταν οι αγγελιοφόροι του Θεού εμφανίζονταν σ’ αυτούς τους υπηρέτες, θα μπορούσαν να τους δεχτούν, να ακολουθήσουν τις εντολές τους και να πράξουν σύμφωνα με τα λόγια τους. Αυτό ακριβώς έπρεπε να κάνουν και να επιτύχουν οι υπηρέτες στα μάτια του Θεού. Ο Θεός επιλέγει με σύνεση τις ονομασίες Του για τους ανθρώπους. Δεν τους αποκαλούσε υπηρέτες Του επειδή ήταν όπως εσείς είστε τώρα —επειδή είχαν ακούσει πολλά κηρύγματα, ήξεραν τι έπρεπε να κάνει ο Θεός, κατανοούσαν μεγάλο μέρος του θελήματος του Θεού και αντιλαμβάνονταν το σχέδιο διαχείρισής Του— αλλά επειδή η ανθρώπινη φύση τους ήταν έντιμη και ήταν σε θέση να συμμορφωθούν με τα λόγια του Θεού. Όταν τους διέταξε ο Θεός, ήταν σε θέση να βάλουν κατά μέρος αυτό που έκαναν και να εκπληρώσουν αυτό που είχε διατάξει ο Θεός. Συνεπώς, για τον Θεό, το άλλο επίπεδο σημασίας στον τίτλο του υπηρέτη είναι ότι συνεργάστηκαν με το έργο Του στη γη και, παρόλο που δεν ήταν οι αγγελιοφόροι του Θεού, ήταν αυτοί που εκτελούσαν και υλοποιούσαν τα λόγια του Θεού στη γη. Βλέπετε, λοιπόν, ότι αυτοί οι υπηρέτες ή δίκαιοι άνθρωποι είχαν ιδιαίτερη θέση στην καρδιά του Θεού. Το έργο που ο Θεός επρόκειτο να ξεκινήσει στη γη δεν θα ήταν δυνατό χωρίς τους ανθρώπους που θα συνεργάζονταν μαζί Του και ο ρόλος που ανέλαβαν οι υπηρέτες του Θεού ήταν αναντικατάστατος από τους αγγελιοφόρους του Θεού. Κάθε εργασία που ο Θεός διέταζε να επιτελέσουν αυτοί οι υπηρέτες είχε μεγάλη σημασία γι’ Αυτόν, συνεπώς, δεν μπορούσε να τους χάσει. Χωρίς τη συνεργασία αυτών των υπηρετών με τον Θεό, το έργο Του ανάμεσα στους ανθρώπους θα είχε πέσει σε τέλμα, και ως εκ τούτου, το σχέδιο διαχείρισης του Θεού και οι ελπίδες του Θεού δεν θα είχαν εκπληρωθεί.

«Ο Λόγος», τόμ. 2: «Σχετικά με το να γνωρίζει κανείς τον Θεό», Το έργο του Θεού, η διάθεση του Θεού και ο ίδιος ο Θεός Β΄

Αφήστε σχόλια