I
Περπατώντας με τον Θεό,
ποιος ξέρει πως στα πάντα βασιλεύει,
τη μοίρα όλων των πλασμάτων
ενορχηστρώνει, καθοδηγεί;
Δεν το συνειδητοποιούν,
δεν είν' οι οδοί Του ασαφείς
ούτε το σχέδιό Του δεν έγινε.
Μα o νούς κι η καρδιά τους, ειν' μακριά απ’ τον Θεό.
Τον Θεό ακολουθούν, μα ενώ το αγνοούν,
είναι του Σατανά υπηρέτες.
Δεν ψάχνουν την εμφάνιση, τα βήματά Του.
Τη φροντίδα Του δεν επιθυμούν.
Μα αφήνονται στα χέρια τα κακά,
υπακούν σ' εγκόσμια δόγματα.
Η καρδιά τους, το πνεύμα τους, λεία του Σατανά,
σαν τροφή που τον συντηρεί.
Η τροφή που τον συντηρεί.
II
Πνεύμα, τώρα, και καρδιά
κατοικία του Σατανά,
παιχνίδι γίνονται γι’ αυτόν.
Σβήνει των ανθρώπων η κατανόηση,
την αξία τους και τον σκοπό
πλέον δεν καταλαβαίνουν,
τον Θεό δεν ψάχνουν πια,
τον νόμο Του και τη διαθήκη αγνοούν.
Ποιος με τον καιρό μπορεί να πει
γιατί ο Θεός τον άνθρωπο δημιούργησε;
Κανείς δεν κατανοεί τον λόγο Του
κι απ' Αυτόν όσα έρχονται.
Τα διατάγματα και τους νόμους Του αψηφούν·
η καρδιά και το πνεύμα μουδιάζουν.
Έτσι χάνει ο Θεός τον άνθρωπο,
κι ο άνθρωπος τη ρίζα του.
Θλίψη τραγική του ανθρώπου.
Θλίψη τραγική αυτή του ανθρώπου.
από το βιβλίο «Ακολουθήστε τον Αμνό και τραγουδήστε νέα τραγούδια»